20 Ιουλ 2023

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΡΙΨΑΣ- ΑΝΑΡΡΙΧΗΣΕΙΣ ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΩΝ


Κριτική της κ Έλενας Παπαθανασοπούλου
Ο Αθανάσιος Τρίψας γεννήθηκε στο Αίγιο το 1956 και εργάστηκε ως υπάλληλος του
Δημοσίου. Από το 2013, οπότε και συνταξιοδοτήθηκε, ενεργοποιήθηκε στον χώρο της ποίησης
και έκτοτε έχει λάβει πολλά βραβεία ενώ αποτελεί δραστήριο μέλος πολλών λογοτεχνικών
συλλόγων, ανάμεσα στα οποία η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών, η Αμφικτυονία Ελληνισμού, ο
Ελληνικός Πολιτιστικός Όμιλος Κυπρίων Ελλάδας. Πριν από το ανά χείρας βιβλίο έχει εκδώσει
δύο ακόμα ποιητικές συλλογές.
Το βιβλίο Αναρριχήσεις Συλλογισμών από τον τίτλο του μας ζητά να κάνουμε κάποια
υπέρβαση μέσω του συλλογισμού, να κινηθούμε προς τα πάνω, ψηλότερα μέσα μας. Η
συλλογή περιλαμβάνει ποιήματα έμμετρα και ομοιοκατάληκτα μέσα από τα οποία ο
συγγραφέας θίγει βαθιά ζητήματα. Οι στίχοι ρέουν αβίαστα. Χρησιμοποιεί μεταφορές που
εκπλήσσουν με τη δύναμη των εικόνων, και που επικοινωνούν πλέρια το συναίσθημα που
φωλιάζει στην ψυχή του ανθρώπου μεταδίδοντας την ενσυναίσθηση και την οδύνη του ποιητή
για τα πάθη της ψυχής: «δική μου η αγωνία, δική σας η ερμηνεία», λέει ο συγραφέας. Η
έμφαση συχνά δίνεται με αντιθέσεις, όπως στους στίχους του ποιήματος ΕΛΠΙΔΑΣ ΤΥΧΗ,
«κάπου γεννιέται ένα παιδί/χαρά πληθαίνει, ελπίδα μπαίνει/στο ταμείο της ζωής. Κάπου
πεθαίνει ένα παιδί/κόσμος βουβαίνει, ελπίδα μπαίνει/στα αρχεία της σιωπής». Σε κάποια
σημεία ο Αθανάσιος Τρίψας μιλά με ειρωνική καυστικότητα για θέματα που του προκαλούν
βαθύτατη οδύνη, όπως η αναζήτηση της ανθρωπιάς: «… Ή το εγώ μας έχτισε κελί στην ύπαρξή
μας/και περπατάμε ελεύθεροι σε μία σπιθαμή;».
Στα ποιήματά του θίγει διάφορα θέματα που αφορούν τον άνθρωπο:
Ανθρώπινα θέματα, όπως τα πεπρωμένα των συναισθημάτων μέσα μας («πόσο μακριά
με πήγανε τα συναισθήματά μου»), και αλλού, («λεηλασίες της καρδιάς ρημάζουν το τοπίο»), η
ειρήνη («άρχισε πάλι ο τυπογράφος του πολέμου/μαύρες σελίδες της ζωής να εκτυπώνει»), η
δικαιοσύνη («σ’ έβλεπα που πολέμαγες το άδικο όλη μέρα»), η ανάγκη του σεβασμού στην
φύση («βοά η γη τα δάση της κάθε που αποψιλώνουν»). Από κάποιους στίχους αναδύονται
ιδιαίτερα δυνατοί κραδασμοί συναισθημάτων όπως «και την σιωπή μου δόνησα και έγινε
θυμός». Έτσι ο ποιητής περιγράφει πολύ παραστατικά την εσωτερική ζωή, την καρδιά που
πάλλεται μέσα στον ίδιο αλλά και σε κάθε άνθρωπο.
Υπαρξιακή αγωνία μπροστά στο μυστήριο του κόσμου: «… για ώρες χάνομαι στα
απόκοσμα και τα άφθαρτα» και «μακριά τ’ ανύπαρκτο λες και με περιμένει/σε μια πορεία που
αγνοώ ποιος την χαράζει» καθώς και μπροστά στα πεπρωμένα της εσωτερικής ζωής, ιδιαίτερα
όσον αφορά τον σκοπό της ύπαρξης σε τούτο τον κόσμο: «αεί και διδασκόμενος δεν θέλω να
γηράσκω/η μάθησή μου στράφηκε τώρα πια στην ψυχή/διδάσκαλους αναζητώ, εκείνη να
μορφώσω/να μη διαβεί αδίδαχτη στην άλλη τη ζωή»).
Ο έρωτας και οι λαχτάρες του ανθρώπου: «είχα τα χέρια μου κάνει ζεστή φωλιά/όταν
κοιμάσαι τρυφερά να σ’ αγκαλιάζω/τώρα στα χέρια μου τα δάκρυα κοιτάζω/που ‘ν’
στοιβαγμένα σαν πρωτόγεννα πουλιά» συχνά δοσμένος με πόνο αλλά και με έντονη
τρυφερότητα: «μου χαμογελάς και μέσα μου κυλάς/σαν στάλα ανοιξιάτικης βροχής/σε
διψασμένο φύλλο».
Κοινωνικά θέματα, όπως η ζωή όσων έχουν κινητικές δυσκολίες («λείπουνε στις
φτερούγες μου τα πιο λαμπρά φτερά μου»), η προσφυγιά, η φτώχεια, οι άστεγοι («και μια
φιγούρα σαν σκυλί αποδιωγμένο/αργά κυλάει σε υπογείου τα σκαλιά/ένα χαρτόνι καρτερεί
εκεί στρωμένο….»), τα χρόνια της πανδημίας («θρηνώ γι αυτούς που μάχονται στη μάχη
μοναχοί/ έναν φονιά αόρατο, με δανεικό αέρα…»). Ο Αθανάσιος Τρίψας κάνει ακόμα πιο
ανάγλυφες τις στιγμές του τρόμου και της παρατεταμένης κοινωνικής απομόνωσης της
καραντίνας χρησιμοποιώντας μεταφορές για να αναδεικνύει συναισθήματα «τώρα τα
πρόσωπα γίναν μισά φεγγάρια … θύτης ο γιος, τρέμει, μη γίνει του πατέρα/μάνα διστάζει να
αγκαλιάσει το παιδί» και «έγινε η πνοή μου εχθρός στα μάτια του αδελφού μου/νωπή του
φίλου ανάμνηση η τρυφερή αγκαλιά». Βαθύτατα ανθρωπιστικό το περιεχόμενο πολλών
ποιημάτων, θίγει σχεδόν όλα τα βασικά κοινωνικά και ανθρώπινα ζητήματα.
Εν κατακλείδι η ποίηση του Αθανασίου Τρίψα έχει κοινωνική διάσταση και τονίζει
ανθρώπινη επαφή. Μέσα από αυτήν διαμεσολαβούνται όλα τα συναισθήματα, όπως στους
στίχους: «είναι κάποιες ψυχές που μιλούν σε ψυχές/ανταμώνουν και χάνονται στου ουρανού
τα πελάγη/κουβαλούν αγκαλιές, λεν κουβέντες παλιές/που ‘χουν φέρει μαζί απ’ του χρόνου τα
βάθη». Ο ποιητής μοιράζεται μαζί μας την αγωνία του για την εμβάθυνση της ανθρώπινης
σχέσης, όπως όταν γράφει: «είναι κάποιες ψυχές που είν’ τελείως βουβές/και για χρόνια
προσμένουνε μια ψυχή να αγγίξουν/που θα βλέπει βαθιά, θα κρατάει κλειδιά/μία πόρτα χαράς
στην ζωή τους ν’ ανοίξουν». Επιπλέον καταθέτει την αγωνία του για την σχέση με τον άλλο,
όταν καταλήγει: «είναι κάποιες ψυχές, κι είμαι μια απ’ αυτές».
Ο Αθανάσιος Τρίψας είναι υμνητής της εσωτερικής ζωής και μας καλεί να ταξιδέψουμε
μέσα μας, στην χώρα του «εντός». Παρά την οδύνη που φέρει μέσα από τους στίχους του,
παραμένει ουσιαστικά αισιόδοξος, υμνώντας την ανθρώπινη εσωτερική ζωή. Διαβλέπει στον
κάθε αναγνώστη την ανθρωπιά την οποία και επιχειρεί να διεγείρει. Κάνοντάς το αυτό μιλά για
το «εγώ» του, ανοίγοντάς το στον αναγνώστη ως έναν τρόπο να τον πλησιάσει, ώστε μέσα από
το εγώ να φτάσει στο «εσύ» και να μιλήσει κατευθείαν στην καρδιά του. Όχημά του, μέσον του,
η ποίηση.