ΣΑΜΟΣ ΚΑΙ ΚΥΠΡΟΣ
Η ΨΥΧΗ ΤΗΣ
ΚΥΠΡΟΥ
ΤΑΧΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΝ
ΘΕΟ
ΝΑ ΠΕΡΙΦΡΟΥΡΕΙ
ΤΗ ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Η
ιστορία γράφεται από τα γεγονότα. Δεν θα έχουμε ιστορία όμως αν κάποιοι δεν
κατέγραφαν τα γεγονότα, για να θυμούνται οι παλαιότεροι και να μαθαίνουν οι νεότεροι. Μια τέτοια
ιστορική παρακαταθήκη με κέντρο αναφοράς
την ένδοξη μαρτυρική αγωνιστική χώρα που είναι η Κύπρος και που
απλώνεται στη μέση της Μεσογείου αποτελεί και το παρόν πόνημα που γράφω μόλις
πληροφορήθηκα ότι εκεί στο ακρωβολισμένο ελληνικό νησί της Μεσογείου η οποία είναι πολύ κοντά στα παράλια της Μικράς
Ασίας εκεί ανακάλυψα ότι έζησαν και ζουν
Κύπριοι σ’ αυτό, το ελληνικό νησί της
Σάμου, του Ανατολικού Αιγαίου και του
Ανατολικού του Ικαρίου πελάγους. Έλεγαν:
«Αν δεν
υπάρχουν μνήμες, δεν υπάρχει παρελθόν,
χωρίς
όμως παρελθόν, δεν υπάρχει παρόν,
γιατί το
παρόν είναι καρπός αυτών που έχουν
σπείρει στο παρελθόν»
Είναι γνωστό ότι η Σάμος κατά
τον 18ο και τον 19ο αιώνα υπήρξε σταυροδρόμι για τους
ναυτικούς πλόες του Ανατολικού Αιγαίου. Είναι αλήθεια ότι είχαν παραχωρηθεί
αρκετά προνόμια προς τους κατοίκους της Σάμου από την κεντρική Οθωμανική
Διοίκηση όπως μας πληροφορούν διάφοροι συγγραφείς.[1]
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΠΑΡΟΙΚΙΑ
Όπως
προανέφερα η Σάμος υπήρξε διαμετακομιστικό εμπορικό και οικονομικό κέντρο της
περιοχής. Πραγματικό νησί με τα πολλά προνόμια που απόκτησε από τους Οθωμανούς
ή γειτνίασή του με τα απέναντι μικρασιατικά παράλια και δη τα σπουδαία αστικά
κέντρα, εμπορικά και πολιτιστικά κέντρα της περιοχής όπως η Έφεσος και η
Σμύρνη, αλλά και το έφορό του εδάφους της συνετέλεσαν, η Σάμος να γνωρίσει μια
μεγάλη άνθηση, έλκοντας απομονωμένους μετανάστες και από εκεί όπου άκμαζε ο
Ελληνισμός[2].
Είναι
γεγονός ότι οι Σχέσεις Σάμου-Κύπρου είναι αμφίδρομες γιατί έχουν επισημανθεί
περιπτώσεις Σαμίων οι οποίοι εγκαταστάθηκαν και έζησαν και δημιούργησαν στην
Κύπρο και επίσης ανακαλύφθηκαν και οι πνευματικές και ιστορικές σχέσεις των
Σαμίων με την Ιερά Μονή της Παναγιάς του Κύκκου[3].
Έναυσμα να ασχοληθώ ήταν η προηγούμενη ενασχόλησή μου με μια άλλη παροικία του
Ναυπλίου και ψάχνοντας γι’ αυτή την Κυπριακή Παροικία έπεσεν η προσοχή μου σε
ένα άρθρο με τίτλο «Κύπριοι στη Σάμο»[4].
Επίσης
ενδιαφέρον έχει η Τιμή της Παναγίας της Ελεούσας του Κύκκου είναι έντονη και
ενεργή στη Σάμο κάτι που και σήμερα υπάρχει.
Ξεκινήσαμε
να ανιχνεύουμε τους Κύπριους από τα πατριδωνυμικά επώνυμα[5].
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ον
ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΥΠΡΟΥ- ΣΑΜΟΣ
Το αναχείρας πόνημα είναι μια εργασία
αρκετών χρόνων από τον καιρό που αποφάσισα να αναδεικνύω συμπατριώτες μου
Κυπρίους που έζησαν, αγωνίστηκαν, έμειναν εδώ στην Ελλάδα μας και έκτοτε
προσπαθώ να μελετάω και να ψάχνω να καταγράφω τους Κυπρίους σε πόλεις, σε
χωριά, σε νησιά, αυτούς που άφησαν την ζωή τους να εξελιχθεί σαν αγρότες,
τεχνίτες, μάστοροι οικοδομών, μάστοροι της πέτρας, των καμπαναριών, πολεμιστές
στα παλιά τα χρόνια και εν συνεχεία στα χρόνια της δουλείας…. Από το 2009 που ασχολούμαι…
με Κυπρίους και σιγά-σιγά προχωράω και
δεν υπάρχει χρονιά που να μην αποκαλύψω και κάποιον Κύπριο που να είναι
αγνοούμενος. Αυτός είναι ο λόγος που με ώθησε να ασχοληθώ με το θέμα «ΣΧΕΣΕΙΣ
ΚΥΠΡΟΥ -ΣΑΜΟΥ».
Προσπαθώ να συνδέσω τη Σάμο με την Κύπρο,
γιατί πηγαίνοντας ο ίδιος το 2015 στην ακριτική Σάμο για την έρευνά μου και
επειδή συνηθίζω να αγοράζω, πάντα τοπικές εφημερίδες μια μέρα ανοίγοντας την
εφημερίδα έπεσε η ματιά μου σε ένα νεκρώσιμο αγγελτήριο, όπου ανέφερε «Νίκος ο
Κύπριος» τον Ιούλιο του 2015.[6]
Από αυτή τη στιγμή κέντρισε το ενδιαφέρον μου και παρακινήθηκα να αρχίσω να
ψάχνω και να ερευνώ που, πως και πότε, βρέθηκαν, έζησαν στην Σάμο, Κύπριοι,
ίσως και να είναι μια πρόκληση να αρχίσουν νέες έρευνες κάποιοι που θα ήθελαν
να ερευνήσουν το θέμα αυτό.
Η μελέτη αυτή που κρατάς στα χέρια σου αυτή
τη στιγμή δεν είναι μία απλή μελέτη, είναι μια ιστορική έρευνα που έγινε με
μεράκι και με κόπο, πολλά μερόνυχτα, είναι μια ιστορική μελέτη που με έκανε να
τους γνωρίσω και να πάω στη Σάμο να γνωρίσω από κοντά τα μέρη που έζησαν...
ΣΑΜΟΣ ΤΟ ΑΚΡΙΤΙΚΟ ΝΗΣΙ
Η Σάμος είναι ένα νησί όπου η ζωή
εξακολουθεί να είναι ήρεμη και κανονική, σε μέρη όπου ο άνθρωπος εξακολουθεί να
απλώνει το χέρι του για μια εγκάρδια χειραψία και να ανοίγει το στόμα του για
μια ζεστή καλημέρα.
Επισημαίνω ότι το νησί αυτό είναι να το
επισκεφτεί ένας που έχει ανάγκη τη δροσιά της θάλασσας και το χάδι του
βουνήσιου και θαλασσινού αέρα. Η εικόνα που θα σε παρακινήσει σε ρεμβασμό δεν
αλλάζει: αμφιθεατρική παρουσίαση των στοιχείων του φυσικού περιβάλλοντος, σε
ένα μοναδικό συνδυασμό. Κατάφυτα υψώματα με απότομες γραμμές δαντελωτές
ακρογιαλιές…
Σ’ αυτήν την όμορφη Σαμιώτικη φύση τη
γεμάτη δύναμη δεν χρειάζεται πολλή σκέψη για να γίνει η ποίηση, φιλοσοφία. Δεν
είναι καθόλου παράξενο το ότι η Σάμος διεκδικεί εξέχουσα θέση στον κόσμο της
φιλοσοφίας με τον Πυθαγόρα της. Ούτε είναι παράξενο ότι υπάρχουνε τόσα πολλά
ερείπια ή ευρήματα που μας θυμίζουνε αυτή την αλλοτινή, παλιά και ίσως
ξεχασμένη επαφή. Όλα αυτά μπορείς να τα νιώσεις σε υπέρτατο βαθμό… όταν
αποβιβαστεί κανείς στο νησί της Σάμου.
Η Σάμος, νησί του νοτιοανατολικού Αιγαίου
απέχει μόλις 1500 μέτρα από τις απέναντι Μικρασιατικές ακτές, όπου άνθισε ο
ελληνικός πολιτισμός της Αρχαίας Ιωνίας. Ο επταστάδιος πορθμός των αρχαίων την
συνδέει με την Μικρά Ασία, την Κύπρο,
την Αίγυπτο, τον Καύκασο, την
Μεσοποταμία και το Ιράν με εμπορικές
σχέσεις.[7]
Η ευνοϊκή της θέση στους θαλάσσιους
δρόμους του αρχιπελάγους έπαιξε σημαντικό ρόλο για την εξέλιξή της. Ας μην
ξεχνούμε ότι κατά την προϊστορική περίοδο στο νησί έζησαν μεγαθήρια και άλλα
μεγάλα ζώα εκείνης της εποχής. Τα οστά που βρέθηκαν από τον περασμένο αιώνα
στην περιοχή των Μυτιληνιών κοσμούν τις προθήκες παλαιοντολογικών μουσείων της Αμερικής και Ευρώπης. Μερικά από αυτά
βρίσκονταν στο ωραίο χωριό της Μυτιληνιός της Σάμου που στεγάζεται σήμερα στο
Ζημάλειο Ίδρυμα. Αυτό το χωριό τους Μυτιληνιούς επισκέφθηκα και το εθαύμασα.
Είναι ένα ολοκληρωμένο χωριό με τον κινηματογράφο του και τις ωραιότατες
πλατείες με τα μεγάλα παλιά ωραία δένδρα του. Ίχνη της πρώτης κατοίκησης
ανθρώπου της Σάμου εντοπίζονται στον
λόφο του Καστρουστά Πυθαγόρειο ήδη από τους νεώτερους νεολιθικούς χρόνους (4η
Ειλιτία Η΄). Οι πρώτοι κάτοικοι ανήκουν στις Πελασγικές φυλές που έφεραν και τη
λατρεία της Ήρας, ο οποίος θεωρείται προστάτης της Σάμου.
ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ ΣΑΜΟΥ
Το όνομα Σάμος πιθανόν έχει φοινικική
προέλευση και σημαίνει τόπο υψηλό. Το νησί έχει και άλλες ονομασίες: Παρθενία,
Ιμβρασία, Άνθεμις, Δρυούσα, Δορύσσα, Φυλλάς κ.ά.
Μετά τους Πελασγούς στη Σάμο κατοικούσαν
Κάρες και Λέλεγες. Πρώτος μυθικός βασιλιάς της Σάμου υπήρξεν ο Αγκαιός («Αγκάς
ειναλίαν νήσον Σάμου αντί Σαμηλός οικίζειν κέλλομαι · φύλας δι’ ονομάζεται
αύτη») ήρωας της Αργοναυτικής εκστρατείας που έχτισε τον πρώτο ξύλινο ναό της
Ήρας. Στα μέσα του 6ου αιώνα παρουσίασε μεγάλη ανάπτυξη στο εμπόριο
και τη ναυτιλία, τα γράμματα και τις τέχνες. Την εποχή εκείνη το 538 π.Χ.[8]
την εξουσία ανέλαβε ο τύρρανος Πολυκράτης και επί των ημερών του έγιναν μεγάλα
έργα όπως ο ναός της Ήρας,[9]
τα τείχη, το λιμάνι και το υδραγωγείο της αρχαίας πόλης κοντά στο Πυθαγόρειο το
γνωστό Ευπαλίνειο όρυγμα μήκους 1036 μέτρα από την μία πλευρά του βουνού της
έως την άλλη.
Ποιος ήταν ο
Αγκαίος;
Οδηγούμενοι οι πρώτοι Μυκηναίοι αποικιστές
φτάνουν στην Σάμο από την Σάμη της Κεφαλονιάς κατά την 2η γενιά της
καθόδου των Ηρακλειδών (γύρω στο 1360 π.Χ.). Αυτός ο γιος του Λυκούργου της
Αρκαδίας, διαφώνησε με τον πατέρα του και πέρασε στην Κεφαλονιά που την
μετονόμασε σε Σάμη. Από τη Σήμη της Ίλιδος και από εκεί ήλθε στη Σάμη. Ο γιος
του Αγαπήνορας, έγινε βασιλιάς των Αρκάδων πήρε μέρος στον Τρωικό πόλεμο με τα
πλοία και υπήρξε κλήτορας της Πάφου στην Κύπρο για τούτο και οι Πάφιοι
θεωρούνται Αρκάδες.
ΤΟ ΗΡΑΙΟ ΤΗΣ ΣΑΜΟΥ (THE HERAION OF SAMOS)
Το Ηραίον της Σάμου αποτέλεσε
ένα από τα σημαντικότερα
ιερά της αρχαίας Ελλάδας.
Απέχει 6 χιλ. από την αρχαία
πόλη της Σάμου (σημ. Πυθαγόρειο) με την οποία συνδεόταν πολιτικά και
διοικητικά. Οι διοικητικοί έφθασαν στο Ιερό διασχίζοντας την Ιερά οδό ή από τη
θάλασσα. Βρίσκεται στην έφορη πεδιάδα που σχηματίστηκε από τις προσχώσεις του ποταμού
Ίμβρασου. Σύμφωνα με το μύθο στην όχθη του ποταμού κάτω από μια λυγαριά
γεννήθηκε η θεά και έτσι θεωρήθηκε ως το ιερό δέντρο της Ήρας.
ΕΥΠΑΝΙΝΕΙΟ ΟΡΥΓΜΑ
Μιλήσαμε πιο πάνω για το Ευπαλίνειο όρυγμα
ή αμφίστομο όρυγμα το οποίο είναι ένα αξεπέραστο μηχανικό έργο στην ιστορία της
μηχανικής τεχνολογίας και φυσικά σε σχέση με τα δεδομένα της εποχής, αλλά και
σήμερα ακόμη.
Ο μηχανικός Ευπαλινός από τα Μέγαρα
κατάφερε να κατασκευάσει ένα αγωγό ύδρευσης που όμοιός του δεν υπήρχε ούτως
ώστε να υδροδοτηθεί το σημερινό Πυθαγόρειο.
Το έργο αυτό είχε συνολικό μήκος 1800
μέτρα και αποτελούνταν από δύο τμήματα, το επιφανειακό που ξεκινούσε από την
πηγή και με ένα σύστημα αγωγού και καθέτων ορυγμάτων για τον καθαρισμό του
νερού, οδηγούσε προς τη βόρεια πλευρά της σήραγγας και την κυρίως σήραγγα
μήκους 1036 μέτρων και είχε διαστάσεις 1.80 και 1.80 περίπου.
Η εκσκαφή της σήραγγας ξεκίνησε ταυτόχρονα
από τις δύο μεριές του βουνού και οι ομάδες εργατών χρειάστηκαν δέκα χρόνια για
να ολοκληρώσουν το έργο τους.
Το συγκλονιστικό είναι ότι οι δύο ομάδες
κατόρθωσαν να συναντηθούν στο κέντρο με απόκλιση μόλις 0,6 μέτρα.
Το Ευπαλίνειο όρυγμα είναι ένα μνημείο για
την ολοκληρωμένη εφαρμογή της Γεωμετρίας, της Τοπογραφίας, της Γαιωδαισίας και
της Μηχανικής. Σχεδιαστής και μηχανικός του έργου ήταν ο Ευπαλίνης γιος του
Ναυστρόφου από τα Μέγαρα.
Κάτω από την κυρία σήραγγα είχε σκαφτεί
μια μικρότερη από την οποία περνούσε το νερό. Ο σκοπός του ορύγματος ήταν όχι
μόνο να μεταφερθεί νερό από την πηγή πίσω από το βουνό προς την πρωτεύουσα της
Σάμου (σημερινό Πυθαγόρειο), αλλά να γίνει με τρόπο που να μην είναι
ανιχνεύσιμο από τους επιδρομείς. Από το όρυγμα το νερό οδηγούνταν μέσα από
το τείχος της πόλης.
ΚΥΠΡΟΣ
Δεν πιστεύω ότι θα ήταν υπερβολή αν
υποστήριζα ότι η Κύπρος εξαιτίας της γεωγραφικής της θέσης έζησε και
αναπτύχθηκε διαχρονικά άνω, κάτω από την σκιά της Ανατολής λόγω ιστορικών
συγκυριών. Ταυτόχρονα δεν θα ήταν υπερβολή να πω και να υποστηρίξω ότι η Σάμος του
18ου και 19ου αιώνα υπήρξε σταυροδρόμι στους ναυτικούς
πλόες του Ανατολικού Αιγαίου, αλλά ταυτόχρονα της Ανατολικής Μεσογείου
ευρύτερα.[10] Αποτέλεσμα η Σάμος να αποβεί διαμετακομιστικό
εμπορικό και οικονομικό κέντρο της εποχής.
Σημειώστε ότι η απόσταση μεταξύ Βόρειας
ακτής της Κύπρου και των νοτίων παραλίων της Ανατολίας είναι περίπου 65 χλμ.
και επειδή έζησα στην επαρχία Κερύνειας όταν ο ορίζοντας είναι καθαρός, η
οροσειρά του Ταύρου, είναι ορατή από την Κερύνεια. Ήταν πολύ γνωστικό αυτό που
έλεγαν οι γιαγιάδες μας «όταν λαλούσαν» τα κοκόρια ακούγονταν από αυτή την
πλευρά.[11]
Παράλληλα πρέπει να αναφέρω τα ιδιαίτερα
προνόμια που είχαν παραχωρηθεί στους κατοίκους της από την Οθωμανική διοίκηση.[12]
Η γεωγραφική θέση της, η γειτνίαση της
με τα μικρασιατικά παράλια, ιδίως με τα αστικά, εμπορικά και πολιτιστικά κέντρα
της περιοχής όπως η Σμύρνη, Έφεσος, αλλά και το εύφορο του εδάφους της.[13]
Όλα αυτά συντέλεσαν, ώστε το νησί να
γνωρίσει μια άνθηση ελκύοντας μεμονωμένους μετανάστες, αλλά και μεγάλες
πληθυσμιακές ομάδες από διάφορα μέρη όπου ήκμαζε πολύ τότε το Γένος και ο
Ελληνισμός.[14]
ΠΩΣ ΒΡΕΘΗΚΑΝ ΣΤΗ ΣΑΜΟ ΟΙ ΚΥΠΡΙΟΙ;
Εμείς μελετώντας τις πηγές μας παρατηρούμε
ότι οι Κύπριοι ήταν αρκετά περισσότεροι από τους αναφερόμενους στις πηγές του
19ου αιώνα, αφού το επώνυμον Κυπραίος είναι και σήμερα διαδεδομένο
σε ολόκληρο το νησί (Ιδέ Ν. Α. Δημητρίου- «Λαογραφικά της Σάμου 3, Αθήνα
1986α76). Την απάντηση παρέχουν ο Αθανάσιος Κομνηνός- Υψηλάντης (Αθ. Κομνηνός
«Εκκλησιαστικών και Πολιτικών των εις δώδεκα βιβλίον Η΄, Θ΄ και Ι΄ήτοι τα μετά
την Άλωσιν (1453-1789) Κων/πολις 1870 σ. 105) και επίσης ο Εμμ. Κρητικίδης
«Περίβασις εις τας μονάς και μετόχια της Σάμου… ο.π.σ. 10). Ο Ν. Α. Δημητρίου
εν συντομία διηγείται πως η ενετοκρατούμενη Κύπρος αλώθηκε το 1570 από τον
Πιάλη- πασά και τον Καρά- Μουσταφά, αλλά και τις καταστροφές, τις αιχμαλωσίες
γυναικών, κοριτσιών και τις γνωστές σφαγές που ακολούθησαν αυτήν την κατάκτηση,
ενώ ο Κρητικίδης αναφέρει ότι ορισμένοι φυγάδες
Κύπριοι έφτασαν ως τις Σποράδες και τη Σάμο η οποία τότε βρισκόταν σε
φάση πύκνωσης του πληθυσμού της, μετά την υποτιθέμενη ερήμωση της (ιδέ Μ.Γ.
Βαρβούνης «Η συμβολή των λαογραφικών δεδομένων στη διερεύνηση του προβλήματος
της ερημώσεως της Σάμου.. Πρακτικά ΙΔ΄ Πανελληνίου Ιστορικού Συνεδρίου
Θεσσαλονίκης 1994 συζ. 145-169). Οι Κύπριοι για να γλιτώσουν από τις σφαγές και
από τους Τούρκους εγκαταστάθηκαν στο νησί, αποτελώντας τους προγόνους των
Κυπρίων που αναφερθήκαμεν προηγούμενα «εγκατασταθέντες εις την χώραν,
Μυτιληνιούς και άλλοι». (Κρητικίδης και παρεμβάσεις εις τας μονάς και τα
μετόχια της Σάμου σ. 10)
Διαβάζοντας μια συνήθεια που μου έμεινεν
όταν κάνω έρευνα, μελετώ επισταμένως τις τοπικές εφημερίδες.
Υπήρχαν Κύπριοι στη Σάμο;
Είναι το ερώτημα που επιτακτικά τίθεται,
Είναι αναμφισβήτητο ότι όντως οι σχέσεις Κύπρου και Σάμου είναι αμφίδρομες και
όχι μόνο με την Σάμο, αλλά πάντοτε έως και σήμερα. Προσωπικά το απέδειξα ότι
συνεχίζεται η αμφίδρομη αυτή σχέση.
Βεβαίως έχουν επισημανθεί και περιπτώσεις Σαμίων
που εγκαταστάθηκαν στην Κύπρο και έζησαν και δημιούργησαν (Ιδέ Μ. Γ. Βαρβούνης «Μαρτυρίες για
μετακινήσεις παραδοσιακών μαστόρων ανάμεσα στην Κύπρο και την Σάμο». Λαογραφική
Κύπρος 43 (1993) σελ. 33-36)
Το ποιητάρικο κείμενο βλ. αναδημοσιευμένο
στον Κ.Γ. Γιαγκούλη Corpus Kυπριακών διαλεκτικών
ποιητικών κειμένων Ι. Λευκωσία 1998 σελ. 276-280. Από άρθρο επίσης του Γ.
Βαρβούνη «Η Kυπριακή
Mονή της
Παναγίας του Κύκκου και η Σάμος» Erytheia
Revista de Estudios Byzantinos y Neorgiegos 27 (2006) σ. 187-197 μια και η τιμή της Παναγιάς του Κύκκου είναι
έντονη στη Σάμο.
Εάν διαβάσουμε τον Ι. Θωμόπουλο «Τα πατριδωνύμια
μας Αθήνα 1991 (ονόματα, παράρτημα αρ. όπου η σχετική προγενέστερη βιβλιογραφία
(σελ. 9-10) αποτελούν όλα αυτά μια σημαντική εξέλιξη, ένδειξη». Ένα παράδειγμα:
Ήμαστε το 1832 μας αφηγείται ο κος Βαρβούνης ο αρχηγός της Σαμιακής επανάστασης
Λογοθέτης Λυκούργος παραγγέλλει, στον Αρχηγό της Εκτελεστικής Δυνάμεως καπετάν
Κωνσταντίνο Λαχανά την σύλληψη μεταξύ
άλλων και του Λοΐζου Κυπραίου στο χωριό Βουρλιώτες ΄ επειδή η διαγωγή και οι
πράξεις του ενοχλούσαν τους υπόλοιπους κατοίκους καθώς επιβουλευόταν την ζωή,
την τιμή και την ιδιοκτησία τους. (Ιδ. Ν. Σταματιάδης, Σαμιακά και ανέλιξης της
νεωτέρας ιστορίας της Σάμου δι’ επισήμων εγγράφων 2, εν Σάμω 1909).
Ένας
ηρωικός νεκρός στο Βαθύ της Σάμου υπήρξεν ο Σταύρος Κυπραίος. Συνέβην κατά τις
μάχες των κατοίκων με τις Οθωμανικές στρατιωτικές δυνάμεις καταστολής όταν οι
Σάμιοι εξηγέρθησαν εναντίον του πρώτου ηγεμόνα του νησιού του Στεφάνου Βοζορίδη
τον Απρίλιο του 1850). (Ιδέ Ν. Σταματιάδου, Σαμιακά νέα σελ. 304, σελ. 280).
Σε μία αναφορά των κατοίκων του Παλαιού
Καρλοβάσιου υπογράφει το 1831 ο Γ. Κυπραίος. Σε άλλες αναφορές παρατηρούμε την
ονοματολογική ταυτότητα των κατοίκων της Σάμου και στις αρχές του 19ου
αιώνα όπου υπογράφουν οι :
1) Κυριάκος
Κυπραίου (ιδέ Ν. Σταματιάδης, Σαμιακά Εν Σάμω 1908 σελ. 575)
2) Πέτρος Κυπραίου
του Χριστοφή (Ν. Σταματιάδη Εν Σάμω 1908, σελ. 575)
3) Σταυρής Κυπραίου
(Ν. Σταματιάδη Εν Σάμω 1908, σελ. 574)
4) Αντώνης Κυπραίου
(Ν. Σταματιάδη Εν Σάμω 1908, σελ. 574)
5) Τα αδέλφια Κ. Κυπραίου
και Ν. Κυπραίου του Παναγιώτη (Ν. Σταματιάδη Εν Σάμω 1908, σελ. 575)
6) Δημ. Ν. Κυπραίου
(Ιδέ Ν. Σταματιάδη, Σαμιακά Εν Σάμω 1908, σελ. 573)
7) Δημήτριος
Χατζηκυπραίου. Στου Βουρλιώτη.
8) Φρατσής Κυπραίου
(Ν. Σταματιάδης, Σαμιακά Εν Σάμω 1908, σελ. 574 Επίσης βλέπε για όλους αυτοί
και Β. Ματθιουδάκης, Σαμίων Πρεσβεία, και Πρακτικά Σάμου σελ. 112,113, 114 όπου
αναφέρονται κατά χωριό ονόματα. Αυτοί ζούσαν στου Βουρλιώτη)
9) Σταμάτης
Κυπραίος (Ν. Σταματιάδης, Σαμιακά Εν
Σάμω 1908, 0574)
10) Στο Νέο Καρλόβασι είναι ο Ανδρέας Κυπραίου (σελ. 577)
11) Και ο Γεώργιος
Κυπραίου (Ν. Σταματιάδη -Σαμιακά Εν Σάμω 1908, σελ. 577)
12) Στους Μανωλάτες
ο Δημ. Κυπραίου του Ανδρέα (σελ. 578) και μαζί ο αδελφός του Νικόλας Κυπραίου
του Ανδρέου (578) και στο Μαθιουδάκης Σαμίων Πρεσβεία, Πρακτικά Σάμου σ.
118,119.
13) Στους νενέδες
το σημερινό Άμπελος της Σάμου.
Η
ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821
Η επανάσταση κηρύχτηκε στη Σάμο στις 18
Απριλίου 1821 με ηγετική ομάδα Καρμανιόλων, με επικεφαλής το Λογοθέτη Λυκούργο,
και επικράτησε γρήγορα, λόγω του πληθυσμού του νησιού και της απουσίας ισχυρών
οθωμανικών δυνάμεων.
Βεβαίως σας υπενθυμίζω ότι ανάμεσα στους
εκατόνταρχους που διορίστηκαν ως Αξιωματικοί του Στρατού της επαναστατημένης
Σάμου το 1821 ήταν και ο Χρ. Κυπραίος
(σελ. 59)
Με αυτόν
τον τρόπο το Φεβρουάριο του 1821 ο Χριστόδουλος ο Κύπριος ορίσθηκε από
τον Λογοθέτη Λυκούργο ως ένας από
τους τέσσερις επιτρόπους του
Αλληλοδιδακτικού Σχολείου το οποίο δημιουργήθηκε στη Χώρα της Σάμου (ιδέ Ν. Σταματιάδη, Σαμιακά
εν Σάμω 1908 σελ. 226.Για τα σχολεία της επαναστατημένης Σάμου ιδέ Π.
Διακογιάννη. Η παιδεία στη Σάμο από την Τουρκοκρατία μέχρι σήμερα Αθήνα Χ. Χρ.
Σ. 42 και Χρ. Λάνδρος. Η εκπαίδευση στη Σάμο κατά την Καποδιστριακή περίοδο (1828-1830).
Η κρίση του 1829 Πρακτικά Συνεδρίου «Ο Γ. Κλεάνθης και η εποχή του Σάμος 1991
σελ. 171-172».
Σημειώστε ότι ο Χριστόδουλος ήταν ένας από
εκείνους που είχαν ζητήσει εγγράφως την παγίωση του ειδικού Στρατοπολιτικού
Συστήματος στη Σάμο, υπό τον Λογοθέτη Λυκούργο, τον Σεπτέμβριο του 1821
(γεγονός που φανερώνει ότι ανήκει στον στενό πυρήνα των συνεργατών και των
εμπίστων του).
(Ιδέ Επ. Σταματιάδης,
Σαμιακά … οπ 2 Εν Σάμω (821 σ. 128-129. Πρβλ. Αλ. Σεβαστάκης «Το Στρατοπολιτικό
σύστημα Σάμου και η κεντρική ελληνική διοίκηση» Σαμιακές μελέτες! (1993-1994)
σελ. 97-120)
Σε μια αναφορά των κατοίκων του χωριού
Βαθύ, το 1828, όπου υπογράφουν όλοι οι αρχηγοί των οικογενειών του χωριού (έτσι
συνήθιζαν) τα επίθετα Κύπριος,
Κυπρεός, Κυπραίος κ.ά. υπήρχαν πέντε άνθρωποι, οι οποίοι εκπροσωπούσαν το 0,77%
του συνόλου. (Μ.Γ. Βαρβούνης «Ονοματολογικό υλικό του 19ου αιώνα από
το χωριό Βαθύ της Σάμου»-Παρνασσός 37 (1995) σ. 31-50) του ίδιου Σαμιακά
λαογραφικά και εκκλησιαστικά σύμμικτα 2.
Αθην. 2002 σ. 335-140). Ποιοι είχαν τα ανωτέρω ονόματα που αναφέρονται:
Μανώλης Κυπραίος και Χριστοφής Κυπραίος στην ενορία Αγίου Αντωνίου, στην ενορία
της Παναγίτσας στην ενορία των Εισοδίων
της Θεοτόκου για τον Χατζή Χριστόδουλο τον Κύπριον στην ενορία της Αγίας
Παρασκευής τον Σωτήρη Κυπραίο και τον Παρασκευά Κύπριο που έμενε στου αγίου
Νικολάου στον οικισμό του Λιμένος Βαθεώς, ο οποίος τότε μετατρεπόταν ως επίνειο
του Βαθίσυ και έμελλε να εξελιχθεί στην πόλη της Σάμου την σημερινή πρωτεύουσα
του νησιού. Από ότι αντιλαμβάνεσαι είναι ενδεικτικά της δημογραφικής υπόστασης
των εγκαταστάσεων Κυπρίων στη Σάμο κατά την δεύτερη δεκαετία του 19ου
αιώνα.
Σε μια αναφορά του Παγώνδα της Σάμου ο
οποίος τον Φεβρουάριο του 1835 αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα με τον φυγά του
(Χ.Ν. Λάνδρος: Η μεταναστευτική Σάμος η υποτέλεια, το πρωτόκολλο αλληλογραφίας
της Ηγεμονίας 1834-1835 Αθήνα 2001 σελ. 404 αρ. 1232).
Όλα αυτά αναφέρονται στις πηγές της πρώτης
ηγεμονικής περιόδου όπου σε αναφορά του ιδίου του Χατζή Χριστοδούλου Κυπραίου
την οποία υπογράφει ο ίδιος (Ν.Χ. Λάνδρος. Η μεταεπαναστατική Σάμος σε
υποτέλεια σ. 454 αρ. 1541) μαθαίνουμε ότι είχε παντρευτεί την κόρη της Σταμάτας
Κατερίνης από τον Παγώνδα με την οικογένεια της οποίας μάλλον δεν είχε καλές
συγγενικές σχέσεις. Όπως αναφέρει ο Κ. Βαρβούνης στην τύχη πάλι κάποιου
απογόνου των Κυπραίων των Νενέδων είναι γνωστό από το ανακριτικό υλικό μιας
αστυνομικής υπόθεσης στις 17 Μαΐου του 1834 οι Αντώνιος Ψιλοβίκος και Γεώργιος
Χατζη-Τριανταφύλλου, από τις έξι γειτονιές της Σάμου, εισέβαλλαν στο σπίτι του
Σταμάτη Κυπραίου, γιου του Αντωνίου βασάνισαν τον ίδιον και την γυναίκα του, η
οποία δυστυχώς πέθανε από τα βασανιστήρια, άρπαξαν τα χρήματα και τα ενδύματά
τους, και κατέφυγαν στα βουνά (Ν.Χ. Λάνδρος. Η μετεπαναστατική Σάμος, σε
υποτέλεια σ. 326 αρ. 911).
Μελετώντας επίσης πηγές της
προεπαναστατικής Σάμου αναφέρονται αρκετοί Κύπριοι ή Σάμιοι Κυπριακής καταγωγής
κατά την μαρτυρία του πατριδωνυμικού επωνύμου τους όπως ο μαστρο-Γιάννης
Κυπραίος (Αλ. Σεβαστάκης. Το κίνημα των
Καρμανιόλων σ. 221) και ο Κωνσταντής Κυπραίος (Αλ. Σεβαστάκης. Το κίνημα σ.
209) από τον Παγώνδα, ο παπά Μανώλης Κυπραίος (Αλ. Σεβαστάκης το κίνημα σ. 210) από τον
Πλάτανο, οι Μανώλης Κυπραίος του Σάββα από το Βαθύ (Α. Σεβαστάκης σελ. 212), ο
Νικόλας γιος του Δημήτρη Χατζή Κυπραίου
(Αλ. Σεβαστάκης σελ. 248) από τους Μυτηληνιούς (Αλ. Σεβαστάκης. Το
κίνημα σελ. 248) και ο Χριστόδουλος Κυπραίος
από τη χώρα (Αλ. Σεβαστάκης σελ. 215,220) ο οποίος το 1810 πληρώνει το
πρόστιμο για κάποιες μικροκλοπές του, πιθανότατα ο ανήσυχος νέος που εξελίχθηκε
κατόπιν στον μαχητικό αγωνιστή του 1821, για τον οποίον μιλήσαμε ανωτέρω.
Μοιρασμένοι λοιπόν ανάμεσα στις
προεπαναστατικές σαμιακές κομματικές φατρίες των Καρμανιόλων και των καλικαντζάρων
(βλ. σχετικά Αλ. Σεβαστάκης «οι Καρμανιόλοι στην επανάσταση της Σάμου». Ιωάννης
Λεκάτης Αθήνα 1980 σελ. 78. Ο ίδιος
Σαμιακή Πολιτικά 1830—1834. Λογοθέτης Λυκούργος Αθήνα 1985 σελ. 10-11. Βεβαίως
την εποχήν αυτήν οι Κύπριοι όπως αναφέρει ο Μ. Γ. Βαρβούνης στη σελίδα 284 (οι
Κύπριοι στη Σάμο) «δόμησαν την δική τους ξεχωριστή συμβολή στην ιδιότυπη και
πλούσια ιστορία του νησιού».
Η Κυπριακή συμβολή στη εκκλησιαστική
ιστορία της Σάμου υπήρξε μεγάλη. Όταν έγινε απογραφή των κληρικών της Σάμου και
συντάχθηκε γύρω στο 1830 αναφέρεται ότι ο Κύπριος ιερομόναχος Χρύσανθος
«διαγωγής καλής» όστις εγκαταβίωνε στο ναός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος
Παλαιοκάστρου, ένα μετόχι της Μονής Τιμίου Σταυρού του νησιού (Ιδέ Χρ. Λάρδος
«Ονομαστικός κατάλογος των εν Σάμω ιερέων, ιερομονάχων και μοναχών. Μια
απογραφή των κληρικών της Σάμου το 1838, Αντιπελάργηση. Τιμητικός τόμος για τον
Νικόλαο Α. Δημητρίου 1992 σελ. 408 και ο
ιερομόναχος Χριστόφορος ο Κύπριος «μη εφημέριος, διαγωγής καλής, παιδαγωγός, ο
οποίος εργαζόταν ως δάσκαλος των παιδιών στο χωριό Κουμέϊκα της δυτικής Σάμου.
(Ιδέ Χρ. Λάρδος «Ονομαστικός κατάλογος των εν Σάμω ιερέων, ιερομονάχων και
μοναχών σελ. 414».
Μελετώντας τους κώδικες της μονής Τιμίου
Σταυρού της Σάμου γνωρίζουμε ότι ο «παπά Χρύσανθος Κύπριος», πάχτωνε το μετόχι
του Παλαιοκάστρου από το 1807 έως το 1820 οπότε και το ανέλαβε ισοβίως με
ετήσιο τίμημα …. 150 γροσίων.
Από τους Κυπρίους κληρικούς της Σάμου
ξεχωρίζει η φωτεινή μορφή του Ιερομονάχου Χρυσάνθου
από την Ιερά Μονή Τιμίου Σταυρού της Σάμου ο οποίος αναδείχθηκε και ηγούμενος
του ιστορικού αυτού Μοναστηρίου (3 Νοεμβρίου 1853-23 Ιανουαρίου 1867) στα
χρόνια του οποίου η μονή γνώρισε μέρες δόξας και δημιουργίας. Επί των ημερών
του Χρυσάνθου κατασκευάσθηκε και τοποθετήθηκε το περίτεχνο ξυλόγλυπτο τέμπλο
του καθολικού της μονής έργο των αδελφών Χιωτών ξυλογλυπτών Ιωάννη και Νικολάου
(ιδέ Μ.Γ. Βαρβούνης- Τατ. Γεωργάκη-Ιωάννου. Η μοναστηριακή ζωή στη Σάμο (τέλη 18ος -19ος
αιώνας). Η μαρτυρία των κωδικών της Ιεράς Μονής Τιμίου Σταυρού Σάμου Αθήνα
2005, σελ. 336. Επίσης για (το ξυλόγλυπτο ιδέ Ν. Πάσσας. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο
της Μονής του Τιμίου Σταυρού της Σάμου. Το θαύμα της ξυλογλυπτικής τέχνης
Αθήνας 1995, σελ. 28 Μητροπολίτης Σιδηροκάστρου Ιωάννης. Η εκκλησία της Σάμου
από της ιδρύσεως αυτής μέχρι σήμερον, Σάμος 1967 σελ. 178-179. Παντελεήμων
Μπορδάκος, Μητροπολίτης Σάμου και Ικαρίας. Το Μοναστήρι του Μεγάλου Σταυρού της
Σάμου, (Σάμος Χρ. Σ. 38 Μ.Γ. Βαρβούνης «Τα ξυλόγλυπτα τέμπλα της Σάμου»
Σαμιακές Μεγέλες 2 (1995-1996) αρ. 88. Ο ίδιος «εκκλησιαστικές επιγραφές της
Σάμου» Σαμιακές Μεγέλες 4 (1999-2000) αρ. 360. (Ο ίδιος Σαμιακά λαογραφικά και
εκκλησιαστικά σύμμικτα 2 Αθήνα 2002, σ. 793-794.)
Ενώ ο Χρύσανθος φαίνεται ότι διατηρούσε
τακτική και στενή επαφή με τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Κύριλλο ο οποίος καταγόταν
από την Χώρα της Σάμου και υπήρξε αδελφός της Μονής την οποία κόσμησε με πολλά
και πολύτιμα αφιερώματα. Σύμφωνα με τις αναγραφές στον κώδικα της μονής, το
έργο κόστισε 54000 γρόσια, ποσόν που κατέβαλλε ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων
Κύριλλος ο Β΄ ως δωρεά στη μονή της μετανοίας του, τον Μάρτιο του 1857 το
ξυλόγλυπτο κιβώριο της αγίας τράπεζας του καθολικού*1 (ιδέ
για τον Σάμιο Πατριάρχη Ιεροσολύμων Κύριλλον Β΄ βλ. ενδεικτικά. Μ. Σίμος
«Άγνωστη αντίδοτη επιστολή του Πατριάρχη Κυρίλλου Β » Σαμιακή επιθεώρηση 37-38
(1986) σ. 76. Γ. Ν. Κουρέρης –Μ. Α. Βουρλιώτης, Συμβολή στη σαμιακή
βιβλιογραφία. Αυτοτελή δημοσιεύματα 1550-1920 Αθήνα M.CMLXXXX1 αρ. 46, 54,99,114,262,294,694 ο Κ. Ι. Πτίνης.
Επιφανείς Σάμιοι κληρικοί Σάμος Χ Χρ. σ.139, Κ. Καμπούρης. Το χρονικό της Σάμου
Ι Αθήνας 1976 σ. 278 Ν. Ζαφειρίου «Τρεις
Σάμιοι μεγάλοι των Ιεροσολύμων Πατριάρχαι Α΄ Κύριλλος Β (1845-1877) Αρχείον
Σάμου 4 (1956) σ. 207-208 *1 Μητροπολίτης
Σιδηροκάστρου Ιωάννης, η εκκλησία της Σάμου σελ. 179.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ
Την πνευματική φυσιογνωμία του Χρύσανθου
καταδεικνύει το γεγονός ότι υπήρξε ανάδοχος και πνευματικός πατέρας μιας από
τις σπουδαιότερες μορφές της χριστιανικής Σάμου, του Ιερομονάχου της μονής
Τιμίου Σταυρού Θεοφάνη Αρελή (1833-1904) (Ιδέ σχετικά Μητροπολίτης Σιδηροκάστρου Ιωάννης). Η εκκλησία της Σάμου όπ σ. 192,193.
Αλ. Βαρβούνης «Πληροφορίες σχετικά με το έργο του αρχιτέκτονα Νικολάου Δημ.
Τσουκαλαδάκη, Σαμιακές Μελέτες 5 (2001-2002) σελ. 317) από το Βαθύ της Σάμου
για την μόρφωση και πνευματική κατάρτιση του οποίου φρόντισε (ιδέ Μητρ.
Σιδηροκάστ Ιωάννης. Η εκκλησία της Σάμου οπ 192-193 σημ. 135). Μάλιστα ο Θεοφάνης διαδέχθηκε τον γέροντα
του στην ηγουμενία του ιστορικού μοναστηριού (1870-1904) αφήνοντας μεγάλο έργο
και πολύ σπουδαίο σε όλους τους τομείς με τους οποίους ασχολήθηκε όπως είναι το
κοινωνικό, κατηχητικό και διδακτικό έργο που κατά καιρούς ανέλαβε, αλλά και ο
σχεδιασμός και η οικοδόμηση μεγάλων και περίτεχνων ναών, όπως οι ναοί του αγίου
Γεωργίου και του Αγίου Σπυρίδωνος στους Μαυρατζαίους της Σάμου. (Ιδέ βλ.
Ν.Α. Δημητρίου, Ιστορία των Μαυρατζαίων, Αθήνα 1990 σελ. 17-18).
Παρατηρώντας στη Σάμο, ότι σώζονται επίσης
έργα Κυπρίων καλλιτεχνών και τεχνιτών οι οποίοι φαίνεται ότι περιστασιακά
επισκέφθηκαν το νησί και εργάστηκαν στους ναούς και στα μοναστήρια του. Ας
αναφέρουμε μερικά δείγματα. Η ασημένια ανάγλυφη επένδυση της εικόνας της
Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στο ναό της κοιμήσεως στον Πύργο της Σάμου, υπογράφεται από τον ασημοχρυσοχόο Χριστόδουλο τον
Κύπριο (Μητροπολίτης, Σιδηροκάστρου Ιωάννη η εκκλησία της Σάμου… σ. 363 σημ.
202α) γνωστό και από το αργυρό δισκοπότηρο του 1767 που βρίσκεται στο ναό του
αγίου Ιωάννου του Προδρόμου Μαραθάσας Κύπρου (ιδέ Χαρ. Κουνελάκης Έλληνες
αργυροχρυσοχόοι και ξυλόγλυπτες Αθήνα 1996 σ. 222 αρ. 722 Επίσης ιδέ Κυπριακά Χρονικά ΙΙ (1935) σελ. 318).
Η επένδυση έχει σκαλιστεί το 1727 σύμφωνα με
την ακόλουθη επιγραφή που φέρει:
«Γέγονε το παρόν έργον δια εξόδων του δούλου του Θεού
Γεωργίου του Νικολάου, του Μαρίνου και των γονέων και των αδελφών αυτού Χαρ.
Χριστοδούλου Κυπρίου. ΑΨΚΖ΄».
Επίσης ο ίδιος ο τεχνίτης υπογράφει την
αργυρή επένδυση μικρής επάργυρης εικόνας της Παναγίας που βρίσκεται ανηρτημένη
στο ξυλόγλυπτο τέμπλο του καθολικού της μονής Τιμίου Σταυρού έργο του 1729
σύμφωνα με την εξής επιγραφή:
Δέησις του δούλου
του Θεού Εμμανουήλ ιερέως
Χειρ Χριστοδούλου
Κ… αψκθ΄εν μηνί Απριλίου […]
(Ιδέ Μητροπολίτης
Σιδηροκάστρου Ιωάννης. Η εκκλησία της Σάμου οπ. σ 180 Μ.Γ. Βαρβούνης
«Εκκλησιαστικές επιγραφές της Σάμου, Σαμιακές Μελέτες 4» (1999-2000) αρ. 40 ή
εκκλησιαστικά Σαμιακά λαογραφικά και εκκλησιαστικά σύμμικτα 2. Αθήνα 2002 αρ.
768).
Αντιλαμβάνεται κανείς ότι η παρουσία αυτού
του σπουδαίου τεχνίτη του εκκλησιαστικού αργυροχρυσοχόου στη Σάμο μάλλον
σχετίζεται με τον Ιερομόναχο Χρύσανθο τον Κύπριο και την δραστηριότητα του στο
νησί. Τον Χριστόδουλο μάλλον πιθανότατα τον κάλεσε ο συμπατριώτης του Χρύσανθος
φροντίζοντας και συστήνοντας να του ανατεθούν προς εκτελέσεις έργων σε
εκκλησίες και μονές της Σάμου.
Στο καθολικό της μονής Ζωοδόχου Πηγής Σάμου
σώζεται εικόνα της Μεγάλης Δέησης, όπως αναφέρει ο κος Βαρβούνης στη σελ. 286
Κύπριοι στη Σάμο΄ σώζεται εικόνα της Μεγάλης Δέησης, έργο του ζωγράφου Χατζή-
Λαμπρινού από τη Σμύρνη, του 1819, που έγινε με την φροντίδα του Κύπριου
μοναχού της ίδιας μονής Λαυρεντίου, όπως φαίνεται από την πιο κάτω επιγραφή.
(Ιδέ Μητροπολίτης Σιδηροκάστρου Ιωάννης). Η εκκλησία της Σάμου… οπς. 180 Μ.Γ
Βαρβούνης «Εκκλησιαστικές επιγραφές της Σάμου, Σαμιακές μελέτες 4 (1999-2000)
αρ. 40.
Επιμέλεια και σπουδή Λαυρεντίου Κυπρίου δαπάνη
και δέησις των δούλων του Θεού Πέτρου //
και Γεωργίου των προσκυνητών, συμβίας τε,
και τέκνων /διά χειρός *4 Λαμπρινού Σμυρναίου
αωιθ΄Ιανουαρίου ιδ΄.
Επίσης το ασημένιο κάλυμμα της εικόνας του
αγίου Μακαρίου στο ναό του Αγίου Νικολάου, στο χωριό Μυτιληνιοί, που βρίσκεται
στο τέμπλο του κεντρικού κλίτους, νοτίως της ωραίας πύλης, σώζεται η ακόλουθη
αινιγματική επιγραφή η οποία παραπέμπει σε σχέση ενός των αφιερωτών προς την
Κύπρο.
ΓΙΟΡΓΙΩ
ΠΡΟCKY ΚΥΠΡΙΑΚΟ
ΝΥΤΟΥ 1823 ΠΡΟΣΚΙΝΙ
Ήταν βεβαίως αναμενόμενο, ανάμεσα στους
Κύπριους της Σάμου να υπάρχουν τόσοι προσκυνητές του Παναγίου Τάφου και
αφιερωτές σε μονές και ναούς, όσο και ιερωμένοι, που αποτυπώθηκαν κάποτε και
στις αντίστοιχες επιγραφές του νησιού.
Βεβαίως από όλα τα παραπάνω φαίνεται ότι οι
Κύπριοι της Σάμου έδρασαν όμως και άφησαν τα αποτυπώματά τους στην τοπική
μικροϊστορία του νησιού, πολεμώντας και αγωνιζόμενοι όταν έπρεπε, αλλά και
δημιουργώντας όταν η ιστορική συγκυρία το καλούσε. Όπως διαπιστώνεται από τις
διάφορες πηγές και τη διασπορά των
επωνύμων. Στο βαθμό που αυτή απεικονίζεται με πληρότητα στις ήδη υπάρχουσες
επιγραφές ή καταγραφές. Κύπριοι
παρατηρήσαμε και μπορείτε να δείτε το χάρτη της Σάμου είχαν εγκατασταθεί στα
χωριά Βουρλιώτες, Βαθύ και στο λιμάνι
του Βαθέος- Μανολάτες και Νενέδες (Άμπελος), αλλά ακόμη και στα χωριά Παλαιό
Καρλόβασι, Νέο Καρλόβασι (σήμερα που είναι το Πανεπιστήμιο Αιγαίου με 30000
φοιτητές) Παγώνδας, Πλάτανος και Μυτιληνιοί….
Βεβαίως κάποιοι από αυτούς υπήρξαν και
σπουδαίες μορφές της Χριστιανικής και της πνευματικής Σάμου όπως ο Ηγούμενος
Μονής του Τιμίου Σταυρού Σάμου Χρύσανθος για τον οποίο έγινε λόγος στα
προηγούμενα.
Είναι αλήθεια και επιβεβαιώνεται ότι τον
Χρύσανθο τον συνάντησε Υπέργηρο πια ο λόγιος και συγγραφέας Εμμανουήλ Κρητικίδης,
όταν το 1854, περιηγήθηκε και περιέγραψε τις μονές της Σάμου και εκεί τον
περιγράφει ως καλοκάγαθο, φιλεύσπλαχνο και ελεήμονα. Ο Εμμ. Κρητικίδης
περιγράφει την συνάντηση του με τον Χρύσανθο όταν χρειάσθηκε την βοήθεια και
την συμπαράστασή του για ένα μικρό ατύχημα που του είχε συμβεί και την φιλοξενία
που του παρείχε μια και για δύο ημέρες έτρωγε μαζί του (Ιδέ Εμμ. Κρητικίδης,
Περιδιάβασις εις τας μονάς και μετόχια της Σάμου κατά το 1854. Ερμούπολις Σύρου
1873 (β΄ έκδοση, σελ. 69). Γράφει μάλιστα για «Αβρααμική ξενίαν, ην παρέχουσιν
ο σεβάσμιος Ηγούμενος Χρύσανθος, αντάξιος του εν μακαρία τη λήξει προκατόχου του Παρθενίου» (Ιδέ Εμμ.
Κρητικίδης, Περιδιάβασις εις τας μονάς και μετόχια της Σάμου οπ. σελ. 71). Όλα
αυτά απευθύνονται στους πάρα πολλούς επισκέπτες και προσκυνητές της μονής οι
οποίοι έρχονταν ακόμη και από τα απέναντι της Σάμου παράλια.
Για αυτά θα αναφερθώ πιο κάτω γιατί πιστεύω
ότι από εκεί ερχόντουσαν και οι Κύπριοι μια και τα απέναντι παράλια ήταν και
είναι σε μια πάρα πολύ μικρή απόσταση μια και η Σάμος βρίσκεται στο ανατολικό
Αιγαίο στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας από την οποία χωρίζεται με τον
πορθμό της Μυκάλης (επτασάδιος όπως ονομαζόταν από την αρχαιότητα). Δυτικά της
είναι η Ικαρία και νοτιο-δυτικά οι Φούρνοι (Κορσεάμ) τα οποία αποτελούν σήμερα
το Νομό Σάμου. Η έκταση της είναι 476 τετραγωνικά χιλιόμετρα ενώ η ακτογραμμή
(περίμετρος) είναι 86 ναυτικά μίλια.
Επίσης να μην μας διαφεύγει ότι οι
Σαμιώτικες αποικίες Ναγίς και Κελένδερις στα παράλια της Κιλικίας, στήριζαν τις
επαφές της Σάμου με την Κύπρο, την Κιλικία και την Συρία. Και να μην μας
διαφεύγει επίσης ότι Σαμιώτες έμποροι εγκαταστάθηκαν στο Ναύκρα κοινή αποικία
περισσοτέρων ελληνικών πόλεων στην Αίγυπτο.
ΥΠΗΡΧΑΝ ΚΥΠΡΙΟΙ ΣΤΗ ΣΑΜΟ;
Είναι
το ερώτημα που επιταχτικά τίθεται. Είναι αναμφισβήτητο ότι όντως οι σχέσεις
Κύπρου και Σάμου είναι αμφίδρομες και όχι μόνο με την Σάμο, αλλά και με όλη την
Ελλάδα, γιατί όντως έχουν επισημανθεί περιπτώσεις Σαμίων οι οποίοι εγκαταστάθησαν
και έζησαν και δημιούργησαν στην Κύπρο και επίσης ανακαλύφθησαν και οι
πνευματικές και ιστορικές σχέσεις των
Σαμίων με την Ιερά Μονή της Παναγίας του Κύκκου.[15]
Έναυσμα
να ασχοληθώ ήταν η προηγούμενη ενασχόλησή μου με μία άλλη παροικία του Ναυπλίου
και ψάχνοντας γι’ αυτή την Κυπριακή παροικία έπεσεν η προσοχή μου σε ένα άρθρο
με τίτλο “Κύπριοι στη Σάμο”.[16]
Έτσι
λοιπόν ξεκινήσαμε να ανιχνεύουμε τους Κύπριους στη Σάμο από τα πατριδωνύμικα
επώνυμα[17] αποτελούν όλα
αυτά μια σημαντική εξέλιξη, ένδειξη. Ένα παράδειγμα όπως το αφηγείται ο κος
Βαρβούνης, ο αρχηγός της Σαμιακής επανάστασης Λογοθέτης Λυκούργος το 1832 παραγγέλλει
στον Αρχηγό της Εκτελεστικής Δυνάμεως καπετάν Κωνσταντίνο Λαχανά την σύλληψη
μεταξύ άλλων, του Λοΐζου Κυπραίου στο
χωριό Βουρλιώτες. Επειδή η διαγωγή του και οι πράξεις του ενοχλούσαν τους
υπόλοιπους καθώς επιβουλευόταν την ζωή και την ιδιοκτησία τους.[18]
Ένας
άλλος Κυπραίος υπήρξε, ένας από τους ηρωικούς νεκρούς στο Βαθύ της Σάμου, κατά
τις μάχες των κατοίκων με τις Οθωμανικές στρατιωτικές δυνάμεις καταστολής, όταν
οι Σάμιοι εξηγέρθησαν, εναντίον του ηγεμόνου του Νησιού Στεφάνου Βαγορίδη τον
Απρίλιο του 1850.[19]
Επίσης
ο Γ. Κυπραίος υπογράφει το 1831 σε μια αναφορά των κατοίκων του Παλαιού
Καρλοβασίου.[20]
Στην
αρχή του 19ου αιώνα υπογράφουν οι Κυριάκος Κυπραίου,[21]
ο Πέτρος Κυπραίου του Χριστοφή. Τα αδέλφια Κ. Κυπραίου, Ν. Κυπραίου, Δημήτριος
Χατζηκυπραίου και Φρα/σης Κυπραίου στους Βουρλιώτες, Σταμάτη Κυπραίου στο Νέο
Καρλόβαση, ο Ανδρέας Κυπραίου και ο Γιώργος Κυπραίου του Ανδρέου στους
Μανολάτες, ο Δημ. Κυπραίου του Ανδρέα και ο αδελφός του Νικόλας Κυπραίου του
Ανδρέου στους Νενέδες το σημερινό χωριό Άμπελος της Σάμου.[22]
[23]
[24]
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΥΠΡΙΟΣ
Λοχαγός της φάλαγγας
Εν Αθήναις την 8 Δεκεμβρίου 1865
Προς την επί των θυσιών και αγώνων σεβαστήν επιτροπήν.
Συμφώνως με τον
αριθμόν 2026 περί εκδουλεύσεως και από 5 Νοεμβρίου π.ε. ψηφίσματος της Β΄ Εν
Αθήναις εθνικής των Ελλήνων συνελεύσεως και σύμφωνα με την 12 Ιουνίου 1846
διακήρυξιν του υπουργικού Συμβουλίου περί αποζημιώσεως ή περιθάλψεως των υπέρ
πατρίδος αγωνισθέντων εις τον ιερόν αγώνα του 1821 έτους λαμβάνω την τιμήν και
ο ευσεβάστως αναφερόμενος να υποβάλω ενταύθα επισυνημμένως εννέα έγγραφα των
διαφόρων Κυβερνήσεων της εποχής εκείνης και λοιπά υπογεγραμμένα παρ’ ενδόξων
οπλαρχηγών του ιερού αγώνος εκ των οποίων η Σεβ. Αύτη επιτροπή αφ’ ου διέλθει
τα έγγραφα ταύτα θα πληροφορηθή τας κατά ξηράν και θάλασσαν εκδουλεύσεις του
υποφαινομένου και τας πληγάς τας οποίας έλαβον κατ’ εκείνας τας εποχάς του
ιερού αγώνος. Βεβαίως αφ’ ου διέλθει τα επισυνημμένα θα ευαρεστηθή να δικαιώση αρκούντως και τον
ευσεβάστως αναφερόμενον καθ’ όσον το έτος 1821 ήμην με πλοίον Τουρκοαιγυπτιακόν
και παρευρεθείς εις Τήνον κατηχήθην παρα΄του Α. Παξιμάδος, έλαβον το πλοίον εις
την Ύδραν καθ’ ην ημέραν υψώθη η υπέρ της ελευθερίας εθνική σημαία
παρακολουθήσας με τον στόλον τον αποκλεισμόν Ναυπλίου εις την πυρπόλησιν του εχθρικού δικρότου εις Ερεσσόν, εις την
θέσιν Τζανηλή πυρπολήσαντες εννέα πλοία και διεσώθη η Σάμος.
Προσθέτω ενταύθα ότι η Κυβέρνησις με
καθυστερά έκτοτε τρία μηνιαία άνω δύο χιλιάδες γροσίων ως εμφαίνεται εις τα
επισυνημμένα, ήτοι έξη χιλιάδες γρόσια δια τα οποία δικαιούμαι την πληρωμήν
αυτών εκ μέρους της Σεβαστής Κυβερνήσεως συμφώνως με τον Νόμον.
Επί τέλους παρακαλώ ευσεβάστως την Σεβαστήν
ταύτην επιτροπήν, όπως ευαρεστουμένη με προσκαλέση ενώπιόν της δια να εκθέσω τα
δίκαιά μου και υποσημειούμαι.
Τον Φεβρουάριο του 1832 ο αρχηγός της
Σαμιακής Επανάστασης Λογοθέτης Λυκούργος παραγγέλνει στο Αρχηγό της
Εκτελεστικής εξουσίας (Δυνάμεως καπετάν Κω/νο Πορ)
Επίσης μεταξύ των εκατόνταρχων που
διορίσθηκαν ως αξιωματικοί του στρατού της επαναστατημένης Σάμου το 1821 ήταν
και ο Χρ. Κύπριος.[25]
Το 1824 τον Φεβρουάριο ορίζεται από τον Λογοθέτη Λυκούργο ο Χριστόδουλος ο
Κύπριος ως ένας από τους τέσσερις επιτρόπους του αλληλοδιδακτικού Σχολείου[26] το οποίο συνεστήθη στην χώρα της Σάμου.[27]
Σημειώστε ότι ο Χριστόδουλος ήταν ένας από
εκείνους που είχαν ζητήσει εγγράφως την παγίωση του ειδικού Στρατοπολιτικού
Συστήματος στη Σάμο από τον Λογοθέτη Λυκούργο, τον Σεπτέμβριο του 1821 (γεγονός
που φανερώνει ότι ανήκε στον στενό πυρήνα των συνεργατών και των εμπίστων του.
Από την όλη βιβλιογραφία που μελέτησα διεξάγω το συμπέρασμα ότι το όλο του έργο και η δράση του είχε
κερδίσει την εμπιστοσύνη του πολιτικού αρχηγού του Σαμιακού αγώνα.[28]
Παρατηρούμε επίσης σε μια άλλη αναφορά των κατοίκων του χωριού Βαθύ το 1828
όπου υπογράφουν όλοι οι αρχηγοί οικογενειών
του χωριού με επίθετα «Κυπραίος και Κύπριος» ήτοι το 0,77% του συνόλου
των ανθρώπων που υπέγραφαν στο χωριό και συγκεκριμένα πρόκειται για τον Μανώλη
Κυπραίο 2) Χριστοφή Κυπραίο στην ενορία του Αγίου Αντωνίου, τον Χατζή
Χριστόδουλο Κύπριο στην ενορία της Παναγίτσας δηλαδή στην ενορία Εσόδων της
Θεοτόκου τον Σωτήρη Κύπριο στην ενορία της Αγίας Παρασκευής και τον Παρασκευά
Κύπριο που έμενε στην ενορία του Αγίου Νικολάου στον οικισμό του λιμένος Βαθύ ο
οποίος έμελλε να εξελιχθεί στην πόλη της Σάμου στη σημερινή πρωτεύουσα του
νησιού κατά την δεύτερη δεκαετία του 19ου αιώνα.
Ψάχνοντας στα διάφορα έγγραφα των αρχείων
του κράτους ανακάλυψα ένα «μαρτυρικόν» έγγραφον με ημερομηνία 18 Μαΐου 1846
όπου μαρτυρείται ή βεβαιώνεται ότι ο Κύπριος Ιωάννης Μιχαήλ της Νήσου Κύπρου
κατοικών εις Σάμο ήτο έγγαμος, σιδηρουργός το επάγγελμα και καθόλον το διάστημα
του υπέρ Ανεξαρτησίας Ιερού Αγώνος από το 1821 υπηρετούσε όλον αυτό τον καιρό
μαζί με όλους τους Σαμίους.
Σε μια άλλη αναφορά παρατηρούμε να
αναφέρεται από τον Χ.Ν. Λάρδο σχετικά με τον Χατζή Χριστόδουλο Κυπραίο από τον
Παγώνδα της Σάμου ο οποίος αντιμετώπιζε τον Φεβρουάριο του 1835, σοβαρό
πρόβλημα με τον γιο του, ο οποίος ήταν φυγάς ενώ σε μια άλλη αναφορά του γιου
του υπογράφει[29] ως Χατζή Χριστόδουλος Κυπραίος[30]
και πληροφορούμαστε ότι ο ίδιος είχε νυμφευθεί την κόρη της Σταματίας Κατερίνη
από την Παγώνδα με την οικογένεια της οποίας δεν είχε καλές σχέσεις. Από μια
αναφορά σε ανακριτικό υλικό μας
αστυνομικής υπόθεσης στις 17 Μαΐου 1834 οι Αντώνιος Ψιλοβίκος και Γεώργιος
Χατζη-Τριανταφύλλου από τις έξι γειτονιές της Σάμου μαζί με τον Γεώργιο
Χατζη-Τριανταφύλλου από τον ίδιο τόπο εισέβαλλαν στο σπίτι Σταμάτη Κυπραίου
γιου του Αντωνίου, βασάνισαν τον ίδιον και τη σύζυγό του η οποία από τα
βασανιστήρια πέθανε, άρπαξαν τα χρήματα και κατέφυγαν στα βουνά.
Από μαρτυρίες το πατριδωνυμικού επωνύμιου
παρατηρούμεν ότι αναφέρονται και άλλα πολλά πατροδωνύμια όπως π.χ. ο
μάστρο-Γιάννης Κύπριος από τον Παγώνδα, ο παπά Μανόλης ο Κύπριος από τον
Πλάτανο. Πρέπει να σημειώσω ότι ο Μαστρογιάννης ο Κύπριος ήταν πρωτόγερος της
χώρας το 1808 από τους μεγάλους Προεστούς του νησιού. Επίσης ο Μανώλης Κυπραίος
του Σάββα[31] από το Βαθύ, ο
Νικόλας γιος του Δημήτρη Χατζή Κυπραίου από τους Μυτιληνιούς και ο παπά Μανόλης
Κυπραίος από τον Πλάτανο και ο Χριστόδουλος Κυπραίος από τη χώρα, ο οποίος το
1810 πληρώνει πρόστιμο το 1810 για κάποιες μικροκλοπές και μάλλον ο ανήσυχος
νέος εξελίχθηκε σε μαχητικό αγωνιστή του 1821. Είναι ανήθικα ότι οι Κύπριοι της
Σάμου μοιράσθηκαν άλλοι στις προεπαναστατικές σαμιακές κομματικές φατρίες
των Καρμανιόλων και των Καλικαντζάρων και γενικά οι Κύπριοι της Σάμου δόμησαν μια ξεχωριστή οντότητα στα
πλαίσια ιστορικής δομής του νησιού και είχαν ξεχωριστή συμβολή στους αγώνες της
Σάμου.
Ανάλογη υπήρξε η
κυπριακή συμβολή στην εκκλησιαστική Ιστορία της Σάμου.
ΑΠΟΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ
Σε απογραφή των κληρικών της Σάμου που
πραγματοποιήθηκε το 1830 αναφέρεται ο Κύπριος Ιερομόναχος Χρύσανθος διαγωγής
καλής ο οποίος εγκαταβίωνε στο ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος
Παλαιοκάστρου, ένα μετόχι της Μονής Τιμίου Σταυρού του νησιού[32]
και επίσης ένας άλλος Ιερομόναχος ο Χρύσανθος ο Κύπριος[33]
«μη εφημέριος διαγωγής καλής, παιδαγωγός» όστις δούλευε και σαν δάσκαλος στο
χωριό Κουμέϊκα της Δυτικής Σάμου.[34]
Από τους κώδικες της Ιεράς Μονής Τιμίου Σταυρού γνωρίζουμε ότι ο παπά Χρύσανθος
Κύπριος πάχτωνε το μοναστήρι από το 1807-1820.
Η φωτεινή φυσιογνωμία του Ιερομονάχου
Χρύσανθου όστις αναδείχθηκε και ηγούμενος του μοναστηριού αυτού (3 Νοεμβρίου
1853-24 Ιαν. 1864) στα χρόνια του οποίου η μονή γνώρισε μέρες δόξας και
αναδημιουργίας.[35] Επί των
ημερών του Χρυσάνθου κατασκευάστηκε και τοποθετήθηκε το περίτεχνο ξυλόγλυπτο
τέμπλο του καθολικού της μονής έργο των αδελφών Χιωτών ξυλογλυπτών του Ιωάννη
και του Νικολάου.[36]
Όπως φαίνεται και από ότι μελετήσαμε κατά την έρευνα μας ο Χρύσανθος διατηρούσε[37]
τακτική και εγκάρδια επαφή με τον Πατριάρχη
Ιεροσολύμων Κύριλλο Β΄ ο οποίος καταγόταν από τη χώρα της Σάμου και υπήρξε
αδελφός της Μονής.[38]
Σύμφωνα με αναφορές στον κώδικα της
μονής το έργο κόστισε 54000 γρόσια ποσό που κατέβαλε ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων
Κύριλλος ο Β ως δωρεά στη Μονή, της
μετανοίας του. Επίσης τον Μάρτιο του 1857, δώρισε το ξυλόγλυπτο κιβώτιο της
Αγίας Τράπεζας του καθολικού.[39]
Την πνευματική φυσιογνωμία του Χρύσανθου
καταδεικνύει το γεγονός ότι υπήρξε ανάδοχος και πνευματικός πατέρας μιας από
τις σπουδαιότερες μορφές της χριστιανικής Σάμου του Ιερομόναχου της μονής
Τιμίου Σταυρού του Θεοφάνη Αρέλη (1833-1844)[40] από το Βαθύ της Σάμου. Ο Θεοφάνης είναι που
διαδέχθηκε τον γέροντα του στην ηγεμονία του ιστορικού μοναστηριού (1870-1904),
αφήνοντας μεγάλο και σπουδαίο έργο σε όλους τους τομείς, όπως είναι το
κοινωνικό, το κατηχητικό, το διδακτικό έργο που κατά καιρούς ανέλαβε όπως και η
οικοδόμηση ναών περίτεχνων π.χ. ο ναός του Αγίου Γεωργίου και του ναού του
Αγίου Σπυρίδωνος στους Μουρουτζαίους της Σάμου.[41]
Στη Σάμο παρατηρήσαμε και ανακαλύψαμε ότι
σώζονται έργα Κυπρίων καλλιτεχνών και τεχνιτών οι οποίοι φαίνεται περιστασιακά
επισκέφτηκαν το νησί και εργάστηκαν στους ναούς και τα μοναστήρια του.
Προσέξτε την ασημένια ανάγλυφη επένδυση της
εικόνας της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στο ναό της Κοιμήσεως στον Πύργο της Σάμου
υπογράφεται από τον ασημοχρυσοχόο Χρυστόδουλο τον Κύπριο.[42]
Είναι γνωστός και από το αργυρό δισκοπότηρο του 1767 που βρίσκεται στον ναό του
Ιωάννη του Προδρόμου Μαραθάσσας Κύπρου.[43]
Η επένδυση έχει σκαλιστεί το 1722 σύμφωνα
με την ακόλουθη επιγραφή που φέρει: «Γέγονε το
παρόν έργον δι’ εξόδων του δούλου του Θεού Γεωργίου, του Νικολάου, του Μαρίνου
και των γονέων και των αδελφών αυτού». Χειρ Χριστοδούλου Κύπριου. ΑψΚΖ΄
Ο ίδιος τεχνίτης υπογράφει επίσης την
αργυρή επένδυση μικρής επάργυρης εικόνας της Παναγίας που βρίσκεται ανηρτημένη
στο ξυλόγλυπτο τέμπλο του καθολικού της Ιεράς Μονής Τιμίου Σταυρού Σάμου.[44]
Έργο του 1729 σύμφωνα με την πιο κάτω επιγραφή:
Δέησις
του δούλου του Θεού Εμμανουήλ ιερέως
Χείρ
Χριστόδουλου κ… αψκθ’ εν μην Απριλίου
Πιστεύουμε ότι η παρουσία και η δράση του
ταλαντούχου αυτού αργυροχρυσοχόου στη Σάμο σχετίζεται με τον Ιερομόναχο
Χρύσανθο τον Κύπριο και την δραστηριότητά του στο νησί. Μάλλον φαίνεται ότι τον
Χριστόδουλο τον κάλεσε από την Κύπρο ο ίδιος ο συμπατριώτης του Χρύσανθος ώστε
να του ανατεθούν εκτελέσεις έργων σε ναούς και μονές της Ζωοδόχου Πηγής Σάμου
όπου σώζεται εικόνα της Μεγάλης Δέησης έργο του ζωγράφου Χατζή-Λαμπρινού από τη
Σμύρνη το 1819 που έγινε με τη φροντίδα του Κύπριου μοναχού της ίδιας μονής του
Λαυρεντίου.
Αυτό φαίνεται από την ακόλουθη επιγραφή:
«Επιμέλεια και
σπουδή Λαυρεντίου Κυπρίου δαπάνη και δέησις των δούλων του Θεού Πέτρου // και
Γεωργίας των προσκυνητών, συμβίας τε και τέκνων// δια χειρός Χ. Λαμπρινού
Σμυρναίου αωιθ΄ Ιανουαρίου ιδ.»
Στον ναό επίσης του Αγίου Νικολάου στο
χωριό Μυτιληνιοί προσέξτε το ασημένιο κάλυμμα της εικόνας του Αγίου Μακαρίου
που βρίσκεται στο τέμπλο του κεντρικού κλίτους, νοτίως της ωραίας πύλης όπου
σώζεται και η οποία παραπέμπει σε σχέση ενός αφιερώματος προς την Κύπρο.[45]
ΓΙΩΡΓΙΟ ΠΡΟCKY ΚΥΠΡΙΑΚΟ
ΝΥΤΟΥ 1823 ΠΡΟΣΚΙΝΙ
Από τις μελέτες που κάνουμε παρατηρήσαμε
ότι οι Κύπριοι της Σάμου υπήρξαν πρωταγωνιστές
στο προσκήνιο της μεγάλης ιστορίας, έδρασαν όμως και άφησαν τα
αποτυπώματά τους στην τοπική ιστορία του νησιού πολεμώντας και αγωνιζόμενοι
όταν έπρεπε αλλά και δημιουργώντας όταν η ιστορική συγκυρία τους καλούσε.
Από τις έρευνές μας επίσης παρατηρήσαμε ότι
οι Κύπριοι είχαν εγκατασταθεί στα χωριά Βουρλιώτες, Βαθύ και στο λιμένα Βαθέος,
στις Μανολάτες και Νενέδες (Άμπελοι) αλλά και στα χωριά Παλαιό Καρλόβασι, Νέο
Καρλόβασι, Παγώνδα, Πλάτανος και Μυτιληνιοί…
Από όλα αυτά που σήμερα διαβάζουμε μας
ενδιαφέρει το ερώτημα πως βρέθηκαν στη Σάμο, Κύπριοι με το «Κυπραίος» το οποίο
είναι διαδεδομένο και σήμερα σε ολόκληρο το νησί.[46]
Την απάντηση μας δίνουν ο Αθανάσιος
Κομνηνός Υψηλάντης[47] και ο Εμμανουήλ Κρητικίδης.[48] Ο
μεν Αθανάσιος Κομνηνός Υψηλάντου διηγείται πως η ενετοκρατούμενη Κύπρος
αλιεύθηκε το 1570 από τον Πιαλή πασά και τον Καρά Πασά και τον Μουσταφά, αλλά
και για τις καταστροφές, τις αιχμαλωσίες και τις σφαγές που ακολούθησαν αυτή
την κατάκτηση, ο Εμμανουήλ Κρητικίδης αναφέρει ότι ορισμένοι φυγάδες Κύπριοι
έφτασαν έως τις Σποράδες και τη Σάμο και εγκαταστάθηκαν στο νησί. Έτσι οι
Κύπριοι εγκαταστάθηκαν και ρίζωσαν στη Σάμο μετά την υποτιθέμενη δράση
ακολουθώντας την προαιώνια τραγική μοίραν καταστροφής και δημιουργίας πόνου και
ελπίδας σταύρωση και ανάσταση ακολουθούν και διαδέχονται η μια την άλλη και
Ανάσταση, κατά την διαχρονική πορεία μας, ενώ στις εσχατιές της Ανατολικής
Μεσογείου αλλά και στην πρωτοπορία του Πνεύματος και του πολιτισμού.
Ένας λόγιος συγγραφέας ο Εμμανουήλ
Κρητικίδης περιηγηθείς στη Σάμο έφθασε το 1854στο Μοναστήρι όπου ηγούμενος ήτο
ο ιερομόναχος Χρύσανθος και αυτό για να περιγράψει την Μονή. Περιγράφει δε τον
Χρύσανθο ως καλοκάγαθο φιλεύσπλαχνο και
ελεήμονα. Την συνάντησή του ο Κρητικίδης την περιγράφει ως εξής μετά από ένα
μικρό ατύχημα που του είχε συμβεί και για την φιλοξενία που του παρείχε μια και
έτρωγε μαζί του για δύο ημέρες:
Γράφει λοιπόν ο Ακριτίδης για την
«Αβρααμική ξενίαν, ην παρέχουσιν ο σεβάσμιος Ηγούμενος Χρύσανθος αντάξιοι του
εν μακαρία τη λήξει προκατόχου του Παρθενίου.[49]
Στην Μονή αυτή ερχόντουσαν πολλοί επισκέπτες από τα Μικρασιατικά παράλια
Κύπριοι και Ελλαδίτες και πολλοί προσκυνητές από τη Σάμο».
Ένας Κύπριος Ναυπηγοξυλουργός
Στην Κύπρο ένας Κύπριος (σπουδαίος)
ναυπηγοξυλουργός ο Βασίλης Σιακουλής είχε δικό του καρνάγιο στο Καραβοστάσι. Ο
Βασίλης γεννήθηκε στη Μόρφου το 1922. Την τέχνη του την έμαθε αρχικά στη
Λάρνακα, με τις ψαρόβαρκες. Εν συνεχεία έφυγε και πήγε για να εμπλουτίσει την
τέχνη του στα νησιά του Ανατολικού[50] στη Σάμο, Χίο και σε άλλα νησιά. Στα καρνάγια
του Ανατολικού Αιγαίου και συγκεκριμένα της Σάμου πιστεύουμε ότι τελειοποίησε
την τέχνη του αλλά και από την δική του τέχνη έμαθαν και οι τοπικοί τεχνίτες.
Όσον αφορά την Σάμο είναι ιδιαιτέρα γνωστή για την ναυπηγήσιμη ξυλεία της με
πεύκα και μακρά ιστορία στην ναυπηγοξυλογλυπτική. Σημειώστε ότι το «καράβι της
Κερύνειας ήταν από πεύκο της Σάμου»
Από την εφορία Εναλίων Αρχαιοτήτων το
«Λιμενοσκόπειο» η Σάμος είχε αναπτύξει εμπορικές σχέσεις με την Ανατολική
Μεσόγειο την Κύπρο και την Αίγυπτο. Όντως οι ναυτικές δυνάμεις των Σαμίων
αναπτύχθησαν σε μεγάλο βαθμό και ας μην ξεχνάμε την σπουδαίαν επινόηση ενός
ιδιαίτερου πολεμικού σκάφους (διήρης) της «Σάμαινας».
Χωρίς να έχω καμία θέση υπερβολής θα έλεγα
ότι η Κύπρος εξ’ αιτίας της γεωγραφικής της θέσης έζησε και αναπτύχθηκε
διαχρονικά κάτω από τη βαριά κάποτε λόγω ιστορικών συγκυριών σκιά της
Ανατολίας.
Η απόσταση σημειώστε μεταξύ βόρειας ακτής
της Κύπρου και των νοτίων παραλιών της Ανατολίας είναι περίπου 65 χιλιομέτρων
και όταν ο ορίζοντας είναι καθαρός η οροσειρά του Ταύρου είναι ορατή από την
Κερύνεια απέναντι και τα απέναντι φώτα της Κιλικίας είναι ορατά από την πλευρά
της Κερύνειας. Πιστεύω ότι στα χρόνια του 18ου-20ου αιώνα
η διακίνηση των ανθρώπων, ειδών και ιδεών μεταξύ Κύπρου και ελληνικών νησιών τεκμηριώνονται
με γραπτές πηγές από τομείς της λαϊκής
τέχνης.[51]
Εάν δεχθούμε τις απόψεις της καθηγήτριας
κας Ευφροσύνης Ριζοπούλου Ηγουμενίδου[52] πρέπει να δεχθούμε ότι οι σχέσεις μεταξύ βόρειας
Κύπρου και των Νοτίων παραλίων της Μικράς Ασίας και των Ελληνικών νησιών
(Σάμος-Χίος-Μυτιλήνη) ήσαν άλλοτε περισσότερο και άλλοτε στενότερες κάτι που
και εγώ συμφωνώ απόλυτα. Αυτό το διαπιστώνουμε σε διάφορα επίπεδα στις
μετακινήσεις πληθυσμών.
Αν ξεκινήσουμε από τον 7ον αιώνα
διαφαίνεται η επίδραση της Ανατολίας στην ταφική αρχιτεκτονική του νησιού
ειδικότερα στους κτιστούς τάφους της Ταμασσού. Ας μην μας διαφεύγει ότι από το
1571 έως το 1878 η Κύπρος ήταν μια μικρή επαρχία στο περιθώριο της Οθωμανικής
αυτοκρατορίας και η διακίνηση ανθρώπων ιδεών και ειδών μεταξύ Κύπρου και Μ.
Ασίας και νησιών τεκμηριώνονται με γραπτές πηγές και σε τομείς λαϊκής τέχνης.
Σ’ αυτό το χρονικό διάστημα αναπτύχθηκαν στην Κύπρο σημαντικές βιοτεχνίες όπου
έχουμε στα παζάρια της Λευκωσίας χρυσοχόοι, πασματζήδες, καβαντζήδες, από
Έλληνες (από τα νησιά Σάμος-Χίος) Τούρκους και Αρμένιους, οι οποίοι
κατασκεύαζαν είδη λαϊκής τέχνης. Ντόπια προϊόντα έφθαναν σε ξένες αγορές μέσω
του λιμανιού της Λάρνακας της πόλης που
ήταν η έδρα των ξένων προξένων και τότε το κυριότερο λιμάνι του νησιού. Σ’ αυτό
το σημείο αναφέρω και το φιρμάνι που εξέδωσε τότε το Σελίμ ο Β΄ αμέσως μετά την
κατάκτηση της Κύπρου το 1571 με το οποίο διέτασσε το εποικισμό του νησιού με
αναλογία μια οικογένεια από κάθε 10 (δέκα) από την Ανατολία συγκεκριμένων
πόλεων και χωριών της περιοχής.[53] Αναφερόμενος σ’ αυτό εννοώ ότι ο πληθυσμός
ήταν Χριστιανοί Μικρασιάτες και το περίεργον ότι εξαιρούνταν οι κάτοικοι του Agirnas (Άγιοι Ανάργυροι) της Καππαδοκίας για να ικανοποιηθεί η επιθυμία του
γνωστού Αρχιτέκτονα Σινάν, εξισλαμισθέντος
χριστιανού που καταγόταν από εκεί. Επίσης από τα Οθωμανικά Αρχεία
παρατηρούμε ότι ο συνολικός αριθμός οικογενειών που μεταφέρθησαν από την Μικρά
Ασία στη Κύπρο, το 1572 έφθανε τις 1689[54]
οικογένειες.
Σταθερός συνεκτικός κρίκος υπήρξε η
κοινότητα της θρησκείας μεταξύ των κοινοτήτων των δύο περιοχών (Κύπρου- Μ.
Ασίας). Σημαντικό ρόλο έπαιξαν τα μετόχια της Μονής Κύκκου τα οποία ήταν
επανδρωμένα με οργανωμένο προσωπικό της Μονής που αποστέλλονταν από την Κύπρο,
οι οποίοι καλλιεργούσαν βαθύτερες σχέσεις μεταξύ Κύπρου και Ορθόδοξου πληθυσμού
της Ανατολίας.
Να μην ξεχνούμε ότι η Μονή Κύκκου ανέπτυξε
αξιόλογη εμπορική δραστηριότητα με τα δικά της εμπορικά πλοία όπως το «La mandonna
de Gcco» κα το τρικάρτατο «San George» με την σημαία της Θεοτόκου και εφοδιασμένα από την Μονή με ειδικά
έγγραφα για να τους παρέχεται προστασία και βοήθεια όταν ταξίδευαν σε ολόκληρη
τη Μεσόγειο όπου εμπορεύονταν στα νησιά και στις ακτές τις Καραμανίας!!![55]
Η κοινότητα της θρησκείας αποτέλεσε σταθερό
συνεκτικό κρίκο μεταξύ των Χριστιανικών κοινοτήτων των δύο περιοχών. Σημαντικό
ρόλο έπαιζαν τα μετόχια και τα μοναστήρια ακόμη και της Σάμου με τη Μονή του
Κύκκου. Μετόχια από τη Σμύρνη, την Αμάσεια, την Αττάλεια, τη Φιλιππούπολη, τη Προύσα, τη Γεωργία το
Διπλοκόνιο, τη Κωνσταντινούπολη, τα οποία τα επάνδρωνε η Ιερά Μονή Κύκκου.
Αναφέρω το οικονομικό όφελος της Ιεράς Μονής Κύκκου διότι όλος αυτός ο κόσμος
ταξίδευε στην Κύπρο και καλλιεργούσε με αυτούς τους τρόπους βαθύτερες σχέσεις,
μεταξύ της εκκλησίας του Ελληνορθόδοξου πληθυσμού της Μ. Ασίας και των νησιών
και της Μονής Κύκκου.
Βεβαίως τας μετόχια προσπαθούσαν και
φρόντιζαν να προμηθεύουν τη Μονή με διάφορα εμπορεύματα όπως μαρτυρούν έγγραφα
της Μονής π.χ. με το καΐκι του Χιωτάκη το 1814 στάλθηκαν για τις ανάγκες της
Μονής βαφές, χρωστικές ουσίες, μπακιρένια σκεύη, τον Μάρτιο του 1815 ο Σάββας
Λυγίζος από τη Σμύρνη όπως μας πληροφορεί ο Ηγούμενος έστειλε στη Σκάλα
(Λάρνακα) τα πράγματα που παρήγγειλε (12 πιατάκια, 2 μικρούς πολυελαίους, 1
σεντούκι, 18 μαξιλάρες, μεταξωτές). (Ιδέ Περδίκη πλήθος οι προσκυνητές που
προσέτρεχαν στα μοναστήρια της Κύπρου από τη Μ. Ασία όπως Ρώσοι μοναχοί αλλά
και Τουρκόφωνοι της Τουρκίας και ιδιαίτερα από το λιμάνι της Κερύνειας.
Παράδειγμα η οικογένεια του Ιορδάνη Τσαμκσόγλου που σε επιδημία της ευλογιάς
είχε τάξει και έφερε στο Κύκκο στα τέλη του 19ου αιώνα τούρκικα
χαρτιά από τη Σελευκεία από πληροφορία της εγγονής Ανθούλας Μαρουδιάς). Η δράση
και η φήμη ικανών Κυπρίων μαστόρων είχε απλωθεί στο χωριό Λωκώσιν των νησιών
του Ανατολικού Αιγαίου όπως στη Σάμο.[56]
Προσπάθησα να σας δώσω να αντιληφθείτε τι
συνέβαινε στην Κύπρο. Θα δούμε επίσης μια –δυο περιπτώσεις Σαμίων που ήλθαν
στην Κύπρο και δη μαστόρων και αντίστοιχων μαστόρων προς το χώρο των νησιών του
Ανατολικού Αιγαίου. Οι δύο μάστορες Σάμιοι είχαν εγκατασταθεί στο κτήμα της
Πάφου. Αυτοί οι δύο μαστόροι ταξίδευαν όπου έβρισκαν δουλειά και φυσικά
πλήρωναν γυναίκες, για να έχουν στοιχειώδεις υπηρεσίες και περιποιήσεις. Αυτή η
πρακτική οδήγησε στο στυγερό έγκλημα, αφού την γυναίκα που τους περιποιόταν και
τους φρόντιζε ερωτεύτηκαν τόσον ο πατέρας όσο και ο γιος.
«Αφού τους την έφεραν για να του μακιρεύκει
(μαγειρεύει)
Ο γέρος με τον νιον…. Ποιον άρχισε ζηλεύκη (να
ζηλεύει)
Τότε είχασι και οι δυο τόσην πολλήν αζούλαν
(ζήλεια)
Ποκείνην την φοινικιώτισσαν εγίναν τούτα ούλα.[57]
Αφορμή για το έγκλημα έδωσε η σύλληψη των
δύο εραστών από τον πατέρα όταν αυτός επέστρεψε από το ταξίδι του στον Πεδουλά.
Χαρακτηριστική για την κατάρτιση και τις επαφές του Ιωάννη Ζαμπούνη είναι η
λεπτομέρεια της ανταλλαγής ύβρεων στην Τουρκική γλώσσα, αφού Τούρκοι και
Τουρκόφωνοι θα ήταν επίσης ανάμεσα στους πελάτες του.
Κοντά
του άμα έτρεξαν και πάη γιαλιόλι
κάτι
του είπε τούρκικα κτυπά τον στον κεφάλι».*
Μιλούμε για τον πρώτο
μάστορα, στη μαρμαρόσκονη ο οποίος δούλευε στη δυτική και κεντρική
τουλάχιστον Κύπρο κυρίως σε ναούς που
φτάχνονταν τέμπη στην εκκλησία. Για να τον καλέσουν στην Κύπρο αυτόν τον
μάστορα υποδηλώνει την φήμη του στο χώρο και τον χρόνο και η μετοικεσία της
οικογένειάς του υποδηλώνει τις υψηλές αμοιβές…
Ανακαλύψαμε αυτό το γεγονός διαβάζοντας ένα
ποιητάριο έργο του Σάββα Κλεάνθους, ο οποίος κατάγετο από τον Άγιο Μάμαντα της
Λεμεσού, το οποίο είχε εκδοθεί το 1923 στη Λεμεσό[58]
και φυσικά λόγω αντιζηλίας (ερωτικής). Διαβάζοντας το ποίημα παρατηρούμε όλη τη
δράση των μαστόρων από τη στιγμή της άφιξής του έως τη στιγμή της δολοφονίας
του από τον γιο του.
Ελάτε
να ακούσετε μιαν λύπην λυπημένην
μέσα
στην Κύπρον κύριοι μη δεν εξαναγένην
Μα
μόνον ο Μαυρίκιος μέσα στην Λευκοσίαν
εψάτζεψεν
τον τζίριν τέλεια στην παρησίαν
δεν
εξανάκουσα ο γυιος να σφάξη τον πατέραν
κι’
ένας Σαμιώτης τώκαμε στην Κύπρον μιαν ημέρα
ακροασθήτε
να σας πω σωστά την ομιλίαν
θαρχίσω
να σας ξηγηθώ όλη την ιστορίαν
εκτίσαν
την Αγιάναπαν στην Λεμεσόν ωραίαν
μέσα
στην Κύπρον κύριοι εν Εκκλησιά σπουδαία
εφέραν
αρχιμάστοραν φίλοι μου που την Σάμον
τώρα
γι’ αυτόν τον μάστοραν ποίημαν εν να κάμω
ήταν
ο πρώτος μάστορας στην μαρμαροκονίαν
κι’ ο
γυιος του τον εσκότωσεν με τόση τυραννίαν.
Ήταν
ο πρώτος μάστορας στον κόσμον
ξακουσμένος
κι’
από τον γυιον του την ζωήν χάνει ο καϋμένος.
Εργάσθην
εις την Λεμεσόν κόμα στην Λευκοσίαν
στην
Τερασάνιαν που λαλούν στους Φράγκους εκκλησίαν
στην
Βάσαν του Ομάδου μας Προάστειον Μεσαορίας
εργάσθην
κεις το κτήμα μας της Πάφου επαρίας
στην
Άσιαν που η Βατιλή έμαθα πως εργάστην
και
στην Λεμύθου έτρεξεν αλήθεια εποσπάστην
είχε
γυναίκα δυο υιούς και δύο θυγατέρες
αλλά
στο κτήμαν είχεν τες μες κείνες τες ημέρες
μαζύν
του είχεν τον υιόν Αλέξανδρον λαλούσιν
ποιος
τους το παραλάλησεν οι δυο να σκοτωθούσιν
εις
την Λεμύθουν έκαμναν τέμπλη στην εκκλησίαν
να
τελειώση κόντεψεν αυτή η εργασία
επήρασιν
μιαν Φοινωτούν κοντά τους να τους σάζη
κι’ ο
σατανάς πάει κοντά αυτός και τους πειράζει.
Παρατηρήσαμε ότι μέσα από τους στίχους του
Κλεάνθη ότι ο Ιωάννης Ζαμπουνής μετέφερε στη Κύπρο και τη γυναίκα του και ακόμη
τις δύο κόρες του οι οποίες είχαν εγκατασταθεί στο Κτήμα της Πάφου και οι δύο
ως προανέφερα εργαζόντουσαν όπου έβρισκαν εργασία.
Αντιλαμβανόμαστε ότι η δράση των Σαμίων στην
Κύπρο τις ανιχνεύσαμε από κείμενα ποιητάρικα και αντιστρόφων Κυπρίων σε κείμενα
δημώδους προφορικής φιλολογίας των νησιών και του Αιγαίου. Ο κος Βαρβούνης
παρουσιάζει ένα μοιρολόι στη Λαογραφική Κύπρο σελ. 35 όπου οι Κύπριοι
μαρμαρογλύπτες θεωρούνται εξαιρετικής σπουδαιότητος τεχνίτες τόσο ώστε να
μνημονεύονται τόσο ώστε η ύπαρξη και η δράση τους να αποδίδει τιμή στη μνήμη
του νεκρού αντάξια με την προσωπικότητά του όπως λέει ένα ποίημα:
«Φέρτε Κύπρου
μάρμαρα, Κυπριακοί μάστοροι
Να κάμουν το
μνημούρι του σαν το μορφο του μπόι»[59]
Είναι ένα παράδειγμα μια άλλη μορφή
πραγματικότητας που μαρτυρεί το αμφίδρομο των σχέσεων και βεβαιώνει τις πολιτιστικές,
οικονομικές και κοινωνικές επαφές ανάμεσα στα ελληνικά νησιά της Ανατολικής Μεσογείου όπως χαρακτηριστικά
αναφέρει ο Δρ. Μ. Βαρβούνης.
Αποδείχθηκε ότι οι σχέσεις Κύπρου και Μ.
Ασίας στο σύνολο τους συμπεριλαμβανομένων των νησιών του Αιγαίου σε τομείς της
Λαϊκής Τέχνης τις αντιλαμβανόμαστε μόνο μέσα στο πλαίσιο των ευρύτερων σχέσεων
μεταξύ των δύο περιοχών και όντως οι
σχέσεις ήταν πρωταρχικά οικονομικές αλλά αργότερα έγιναν αμφίδρομες
μετακινήσεις ανθρώπων που οι ιστορικές συγκυρίες ανάγκασαν να αναζητήσουν τις
τύχες τους σε γειτονική χώρα ή νησί κ.ά.
Παρατηρούμε λοιπόν ότι το 1814 μεταφέρονται
στη Κύπρο με το καΐκι του Χιωτάκη ο οποίος συνέδεε την Κύπρο με την Μ. Ασία και
τα νησιά αρκετούς Κύπριους.
Υπάρχουν διαπιστωμένες μαρτυρίες ότι το
κύριο εμπόριο της Κερύνειας (70 καράβια πηγαινοέρχονταν μεταξύ Κερύνειας-
Νησιών Τουρκίας) μέσω της Σελεύκειας (1738) της Καραμανίας Κιλικίας με δύο
μικρά Γαλλικά πλοία που μετέφεραν συνήθως ρύζι και καφέ από την Αίγυπτο μέσω
Κύπρου και έφερναν στην Κύπρο στερατσόπισσα αρωματική και πολλούς επιβάτες.[60] Άρα η διακόσμιση
νησιών-Κύπρου-Αιγύπτου-Μ. Ασίας γινόντουσαν με όλα αυτά τα καράβια. Επίσης από
έρευνα που πραγματοποιήσαμε παρατηρήσαμε ότι από την Τουρκία γύρω στα 1900
έπαιρναν αγγεία του Βαρωσιού (Αμμόχωστο) μια και η ποιότητά τους ήταν γνωστή
και ξακουστή στην Ευρώπη.[61]
Η Αγγελική Πιερίδου μας λέγει ότι μετά το
1825 οι Βαρωσιώτες αγγειοπλάστες μετέβαιναν στη Μικρά Ασία (και στα νησιά) για
να εργαστούν. Όμως το Καϊμακλί όπου υπήρχαν μάστοροι της πελεκητής πέτρας δούλεψαν στα νησιά και στη Μ. Ασία πάρα
πολλοί. Ένας τέτοιος μάστορας ήταν ο Κώστας Κασμίρης έφτασε μαζί με τον
πατέρα του ταξιδεύοντας στο κατάστρωμα στη Μερσίνα. Στην αρχή δούλεψε με ένα
εργολάβο τον Κώστα Κουλουμπρά στο κλείσιμο ενός σχολείου στα Άδανα και αργότερα με μια Γερμανική
εταιρεία που κατασκεύαζε σιδηροδρόμους.
Αντιλαμβάνεσθε ότι δουλεύοντας όπου
έβρισκαν δουλειά και όπου τους φώναζαν με αυτόν τον τρόπο περιδιάβαζαν νησιά
και στερεά Ασία. Ένας άλλος ο «Χ. Μιχαήλης ο Μισμέλλος γνωστός εργολάβος από το
Καϊμακλί έκτισε πολλές εκκλησίες στην Ανατολή εργάστηκε στην αρχή στη Μιρσίνα.[62]
Στο σιδηρόδρομο των Αδάνων μετοίκησε και εργάστηκε και εν συνεχεία έφυγε για τα
νησιά (Σάμο-Χίο) και επίσης ένας άλλος Καϊμακλιώτης ο Γιάννης Γιαξιής (1930)
μαζί με τον πατέρα του. Ένας άλλος Κύπριος άριστος λιθοξόος ο οποίος το 1855
στην Αλεξανδρούπολη του Καυκάσου ζήτησε να βαπτισθεί αλλάζοντας το όνομά του
από Γιουσούφ σε Νικόλαο και πήρε επώνυμον Κυπριζώφ. Έλαβε μέρος και στην κατασκευή
του Γεωργιανού σιδηροδρόμου.[63]
Η δράση όλων αυτών των ικανών Κυπρίων
μαστόρων είχε απλωθεί και στον χώρο των νησιών του Αιγαίου όπως και στη Σάμο
όπως αναφέρει ο καθηγητής Γ. Βαρβούνης. Αποδείξεις αυτών τις παρουσιάζει ο
Αργύρης Πετρόπουλος και ο Dr Κώστας Κύρρης και ο Στυλιανός Περδίκης Δ/ντής της Ι. Μονής Κύκκου.
Στα Λιβάδια Λάρνακος κατά το έτος 1942[64]
όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Κώστα Παπαγεωργίου «Λιβάδια Λάρνακος» σελ. 71 «εγκαταστάθηκαν
μερικές προσφυγικές οικογένειες που έφτασαν στην Κύπρο από τα ελληνικά νησιά
Σάμου, Χίου και Μυτιλήνη. Ήταν τα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και η Κύπρος
θεωρείται ασφαλισμένο καταφύγιο, αφού ως γνωστό παρέμεινε εκτός των
εχθροπραξιών. Μέσα από το μαθητολόγιο της εποχής, που φυλάσσονται στο Δημοτικό
Σχολείο του Δήμου Λιβαδιών γνωστοποιούνται τα ονόματα Ευτύχιος Παγιάτης από τη
Χίο, Κλεανθίτσα Αλεξάνδρου από Μυτιλήνη, Δημήτρης Σαρρανικόλας από τη Σάμο,
γιος του Δημήτρη Σαρρανικόλα, Ευάγγελος Μικελής από τη Χίο, Αδαμαντία Γεωργία
από τη Σάμο κόρη του Γεωργίου Βεβέ. Πολλοί
άλλοι πρόσφυγες που ήλθαν από τα νησιά καταγράφονται στην Αμμόχωστο, Λευκωσία,
Λεμεσσό, Πάφο.
Ήμαστε το 1922 όπου ένας Κύπριος την
καταγωγή ο Ευθύφρονας Ηλιάδης ζει στα Σώκια της Πριήνης στην αρχαία δωδεκάπολη
της Ιωνίας όπως ονόμαζαν τα Σιώκια τη χώρα των φιλοσόφων. Η καταγωγή του από
τον παππού του που έφυγε από την Λευκωσία και τράβηξε κατά την αρχαία Πριήνη.
Από την αφήγηση του Ευθύφρωνα πληροφορούμαστε ότι την εποχή αυτή υπήρχαν ομάδες
που έκλεβαν στην περιοχή. Μία από τις ομάδες αυτές ήταν η ομάδα του «Ποστάλι»
και είχε επικεφαλής ένα πολέμαρχο τον Μπουράνη, φίλο του μπέη των Σωκίων ο
οποίος ήτο λαθρέμπορος καπνού. Την εποχή αυτή τους Ρωμιούς τους περνούσε από τα
βουνά προς την Σάμο ο Αλέκος Σταματιάδης. Ήταν η εποχή που οι Τούρκοι έπαιρναν
τα παιδιά και τα έστελναν εξορία και τα εξολόθρευαν. Ο πατέρας του Ευθύφρονα
μαθαίνει ότι επίκειται νέο κύμα συλλήψεων
παιδιών και αμέσως στέλνει τον Ευθύφρονα στα Δωμάτια ένα διπλανό
χωριό με σκοπό να περάσει στη Σάμο. Με περιπετειώδη τρόπο κατάφεραν και
φυγάδευσαν τον Ευθύφρονα στη Σάμο και μετά ήλθε η μάνα και ο πατέρας του στη
Σάμο και εκεί έζησαν μετά το 1922 και δεν έφυγαν από εκεί. Το όνομα του
Ευθύφρονα και το επίθετό του Ηλιάδης και έζησαν στο Βαθύ της Σάμου. Στα
δύσκολα χρόνια της υποχώρησης μετά την
Μικρασιατική καταστροφή οι Κύπριοι που κατοικούσαν στην Μ. Ασία πήγαν προς την
Σάμο για να γλιτώσουν από τις σφαγές και δικαιολογούνται με αυτό τον τρόπο τα κυπριακά
επίθετα.
Ένας άλλος Κύπριος: Ιωάννης
Μυριανθόπουλος
Το 1900 ο Ι. Μυριανθόπουλος ήλθε στην Ελλάδα από την Κύπρο και ενεγράφην στη Νομική Σχολή του
Πανεπιστημίου Αθηνών και ενστερνίσθη περί της Εθνικής καταγωγής των Ορθοδόξων. Συνεδέθην με τον Ιωάννη Δραγούμη, έγινε
μέλος της Ομάδας της ελληνικής εκείνου ιδέας. Το 1910 εστάλην ο Μυριανθόπουλος
στην Ικαρία και Σάμον και ανέπτυξε στα δύσκολα νησιά δράσιν εκπαιδευτική και
εθνικήν μετάσχων εις τας κατά το 1912 επαναστάσεις στας νήσους αυτούς.
Ένας άλλος Κύπριος ο Ιωάννης Γεωργίου (Υποπλοίαρχος με ΑΜ 761) υπηρέτησε στο πλοίο “Μιλτιάδης” στην
εκστρατεία της Ερεσού στη Σάμο κατά το 1821, μαζί με τον Ιωάννη Κύπριο (λοχαγό
της φάλαγγος όπως ο ίδιος μας μαρτυρεί με επιστολή του στις 8/12/1865) όπου
αναφέρει ότι όπως ο ίδιος ομολογεί ήτο μεταξύ όλων εκείνων που πυρπόλησαν το Δίκροτο
στη ναυμαχία της Ερεσού εις την θέσιν Τζανηλή αφού προηγουμένως πυρπόλησαν
εννέα πλοία και με αυτήν την ενέργειαν εσώθην η Σάμος (αρ. εγγράφ.
1199/8-12-65)
Ένας άλλος Κύπριος ο οποίος πολέμησε και
τραυματίσθηκε σοβαρά μας το επιβεβαιώνει ο Σάμου Κύριλλος και μας μιλά γι’ αυτό
τον σοβαρό τραυματισμό αλλά και για τους αγώνες στη Σάμο (τραυματίστηκε στο
δεξί πόδι).
Κύπριοι καλλιτέχνες εργάζονταν εκτός Κύπρου
στον ευρύτερο αιγιαλικό χώρο όπως άλλωστε και κατά την Αρχαϊκή περίοδο. (σελ.
137) Αναφορά για Κύπριους δημιουργούς εις Σάμο κάνουν ο Πλίνιος και ο
Πλούταρχος κυριότεροι θεωρούνται ο χαλκοπλάστης Στύππαξ ο Κύπριος γνωστός για
την σύνθεση του Σπλαγχνόπτης όπου παρουσιάζει δούλο να ψήνει τα εντόσθια ζώου
που θυσιάστηκε σελ. 137 Ιστορία της Κύπρου ΟΔΥΣΣΕΙΑ Τ.Α.
Στύππαξ ο
Κύπριος
Σ’ αυτό το σημείο ανοίγω μία παρένθεση για
να γράψω ένα κεφάλαιο για τον συμπατριώτη μου τον Στύππαξ ο Κύπριος (από την εφημερίδα ΠΟΛΙΤΗΣ ΤΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗΣ/ 8 Μαΐου 2016- σελ. 77).
Στύππαξ ο
Κύπριος
Κάθε φορά που ανέβαινα στην Ακρόπολη των
Αθηνών για να θαυμάσω ξανά τα αριστουργήματα του Χρυσού Αιώνα, ή ακόμη και
αλλού, όπως στο Βρεττανικό Μουσείο, όταν με συγκίνηση στεκόμουν μπροστά στα
εξαίρετα γλυπτά, δεν ημπορούσα να μην μνημονεύσω και εκείνον τον συμπατριώτη
μου. Τον Κύπριο καλλιτέχνη που είχε εργαστεί δίπλα στον Φειδία για την
οικοδόμηση ενός Παρθενώνα και ενός Ερεχθείου. Κοιτάζοντας τα γλυπτά της
Ακροπόλεως στο Βρετανικό Μουσείο, νοερά ρωτούσα: “Μήπως και τα δικά σου χέρια
σκαλίσανε, συγχωριανέ, αυτά τα μάρμαρα;”
Πολύ λίγοι ξέρουνε βέβαια ότι σ’ εκείνα τα
αριστουργήματα, κοντά στον μεγάλο Φειδία, είχε εργαστεί και ένα Κύπριος. Ήταν ο
Στύππαξ, αγνώστων λοιπών στοιχείων. Τις ελάχιστες γι’ αυτόν πληροφορίες έχουμε από τον Πλίνιο, στο έργο του Naturalis Historia, Κατά τον Λατίνο αυτό συγγραφέα του 1ου μ.Χ. (γεννήθηκε το 23 μ.Χ.
και έχασε τη ζωή του το 79 μ.Χ. από την έκρηξη του Βεζούβιου), ήταν ένας από
εκείνους που είχαν εργαστεί στην Ακρόπολη των Αθηνών. Ο Πλίνιος, που πρέπει να
είχε αντλήσει από προγενέστερες πηγές, γράφει τα εξής σχετικά:
“… Ένας δούλος στο σπίτι του Περικλέους, του άρχοντα
των Αθηνών, και αγαπητός του, ενώ έκτιζε τον ναό στην Ακρόπολη και
παιδευόταν στο ύψος του αετώματος, έπεσε
από εκεί. Και με ένα βότανο που λέγεται
ότι το είχε υποδείξει η Αθηνά στον
Περικλή σε όνειρο, θεραπεύθηκε. Γι’ αυτό και (το βότανο) ονομάστηκε παρθένιον…
Αυτός είναι ο οικιακός δούλος του οποίου το άγαλμα είχε χυθεί σε χαλκό, ο
υπέροχος Σπλαχνόπτης…”
Στο απόσπασμα αυτό δεν αναφέρεται κανένα
όνομα, ενώ υπάρχει ασάφεια ως προς τον δούλο. Ωστόσο σε άλλο σημείο ο Πλίνιος
γράφει και τα εξής:
“Ο Στύππαξ ο
Κύπριος φημίζεται για ένα εξαίρετο άγαλμά του, τον “Σπλαχνόπτη”. Αυτός ήτανε
δούλος στο σπίτι του Ολύμπιου Περικλέους
που έψηνε εντόσθια στη φωτιά την
οποία και φυσούσε με μάγουλα φουσκωμένα…”
Εδώ αφήνεται να
εννοηθεί ότι ο δούλος στο σπίτι του Περικλέους ήταν εκείνος που είχε
χρησιμοποιηθεί σαν μοντέλο για την κατασκευή του χάλκινου αγάλματος. Ο
Πλούταρχος πάλι, στον “Βίο του Περικλέους”, γράφει και τα εξής:
“… Τα Προπύλαια της
Ακροπόλεως κτίστηκαν σε πέντε χρόνια με αρχιτέκτονα τον Μνησικλή. Ένα δε
θαυμαστό γεγονός που συνέβη κατά το κτίσιμο απέδειξε ότι η θεά (Αθηνά) όχι μόνο
δεν δυσαρεστείτο από το έργο, αλλά μετείχε σ’ αυτό και βοηθούσε. Διότι έπεσε
από ψηλά ο πιο εργατικός και πρόθυμος από τους τεχνίτες και ήτανε σε χείριστη
κατάσταση, έτσι που οι γιατροί δεν του έδιναν καμία ελπίδα. Τούτο προκάλεσε
θλίψη στον Περικλή, όμως η θεά του υπέδειξε στο όνειρό του μια θεραπεία που ο Περικλής ακολούθησε και
θεράπευσε εύκολα και γρήγορα τον άνθρωπο. Για τούτο έστησε στην Ακρόπολη το χάλκινο άγαλμα της Αθηνάς Υγείας κοντά
στον βωμό της…”
Ο Πλούταρχος δεν αναφέρει το όνομά του “πιο
εργατικού και πρόθυμου τεχνίτη” που είχε τραυματιστεί, έτσι το γνωρίζουμε μόνο
από τον Πλίνιο. Συνδυάζοντας τώρα τις δύο αυτές αναφορές τις μόνες που έχουμε, μπορούμε να καταλήξουμε
στα εξής: Ο Στίππαξ ήταν ένας Κύπριος γλύπτης που έζησε και εργάστηκε στην
Αθήνα, γνωστότερος από ένα του άγαλμα, στον Σπλαχνόπτη, που ως μοντέλο
χρησιμοποίησε έναν δούλο του Περικλέους. Τι είδους εργασίες θα πρέπει να είχε
κάνει στην Ακρόπολη; Γνωρίζουμε ότι ήτανε πολύ καλός γλύπτης, έτσι η εργασία
του στην Ακρόπολη θα πρέπει να ήταν σχετική. Διότι πολλοί γλύπτες θα πρέπει να
είχαν εργαστεί στην Ακρόπολη, υπό την
γενική επιστασία του Φειδία. Ο Παρθενώνας άρχισε να κτίζεται το έτος 447 π.Χ.,
ενώ τα Προπύλαια, όπου είχε σημειωθεί και ο ατύχημα του Κυπρίου καλλιτέχνη,
κτίστηκαν μεταξύ του 437 και του 432 π.Χ. Στα Προπύλαια, κατά τον Πλούταρχο,
είχε συμβεί και το ατύχημα. Κι εφόσον ο Στύππαξ είχε πέσει από ψηλά, μπορούμε
να θεωρήσουμε ότι το ατύχημα είχε συμβεί
αφού το έργο είχε ήδη ορθωθεί. Και αφού ήτανε και γλύπτης κι εργαζότανε
στο αέτωμα, θα πρέπει να δούλευε στον γλυπτό του διάκοσμο. Δεδομένου δε ότι τα
Προπύλαια ολοκληρώθηκαν το έτος 432 π.Χ., μπορούμε να θεωρήσουμε ότι το
δυστύχημα είχε συμβεί περίπου τότε.
Πρέπει επίσης να θεωρηθεί δεδομένη μια στενή
σχέση του Κύπριου καλλιτέχνη με τον ίδιο τον μεγάλο Περικλή. Και επειδή ο
Περικλής του παραχώρησε έναν δούλο του για μοντέλο στον Σπλαχνόπτη (που ίσως και το άγαλμα αυτό
να ήταν παραγγελία και δαπάνη του Περικλέους) και επειδή ο Περικλής
ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για την υγεία του Κυπρίου καλλιτέχνη και επειδή μετά τη
θεραπεία του είχε στήσει και ευχαριστήριο
άγαλμα στη θεά Αθηνά.
Βέβαια πρέπει να έχουμε υπόψιν και το εξής
σημαντικό, ότι ο Περικλής δεχότανε σκληρή κριτική και κατηγορίες από εκείνους που τον αντιπολιτεύονταν, ιδίως
για τις δαπάνες για το κτίσιμο λαμπρών
έργων επί της Ακροπόλεως. Είναι λοιπόν πολύ πιθανό να είχε εκμεταλλευθεί τον
σοβαρό τραυματισμό του Κυπρίου καλλιτέχνη, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις
εναντίον του κατηγορίες. Το ότι υποτίθεται
ότι η ίδια η θεά Αθηνά τον είχε φωτίσει να βρει το κατάλληλο φάρμακο που
θεράπευσε τον τραυματία, έδειχνε και το ότι η θεά συμπαραστεκόταν και ευνοούσε
τα έργα που γίνονταν. Όπως γράφει και ο Πλούταρχος, ο σοβαρός τραυματισμός και
η γρήγορη αποθεραπεία του Κύπριου καλλιτέχνη ήτανε ένα θαυμαστό γεγονός… που
απέδειξε ότι η θεά όχι μόνο δεν δυσαρεστείτο από τα έργα, αλλά μετείχε σ’ αυτά
και βοηθούσε…”
Έτσι ο Περικλής θα πρέπει μ’ εκείνο το “θαύμα”
να είχε κλείσει τουλάχιστον αρκετά από τα στόματα των κατηγόρων του. Τώρα, κατά
πόσο στην “κατασκευή” του “θαύματος” είχε συμμετάσχει συνειδητά και ο ίδιος ο Στύππαξ, δεν μπορούμε να
ξέρουμε.
Εάν επίσης ο Στύππαξ σχετιζόταν στενά με
τον Περικλή, τότε ίσως να είχε αρχίσει
να εργαζόταν στην Ακρόπολη ήδη από την αρχή, ως ένας των εμπίστων υποστηρικτών του Περικλέους. Μπορούμε επίσης
να υποθέσουμε ότι ανήκε στην ομάδα του Φειδία, του οποίου ίσως υπήρξε και
μαθητής, οπότε δούλεψε και στην Ακρόπολη
όταν ο Φειδίας ανέλαβε τη γενική επιστασία των έργων, μεταφέροντας εκεί
για εργασία και όλη τη δική του ομάδα.
Όσο για το περίφημο χάλκινο άγαλμα του
Σπλαχνόπτη, που είχε αναδείξει και το
ταλέντο του δημιουργού του, τούτο
προκαλεί επίσης κάποια ερωτήματα. Το ίδιο το έργο δεν σώθηκε. Γιατί όμως είχε
κατασκευαστεί και για ποιον σκοπό; Μήπως ο ίδιος είχε καταβάλει και τη δαπάνη;
Δεν ήτανε σύνηθες να φτιάχνεται ένα ολόκληρο άγαλμα που να εικονίζει απλώς έναν
δούλο. Μήπως επρόκειτο για μέρος ενός μεγαλύτερου συμπλέγματος, που τελικά δεν
ολοκληρώθηκε; Ίσως λόγω και του σοβαρού τραυματισμού του δημιουργού του;
Σπλαχνόπτης ονομαζόταν εκείνος ο μάγος που προφήτευε με την εξέταση των
σπλάχνων θυσιασμένου ζώου. Όμως ο δούλος του αγάλματος απλώς φυσούσε τη φωτιά
για να ψήσει τα σπλάχνα. Και δεν μπορούσε ένας δούλος να ήτανε και ο μάγος. Το
ζώο είχε ήδη θυσιαστεί, ο χρησμός είχε δοθεί και ακολούθως ο δούλος έψηνε τα
σπλάχνα για να φαγωθούν. Συνεπώς επρόκειτο για την απεικόνιση ενός δούλου που
μετά τη θυσία έψηνε τα σπλάχνα στη φωτιά. Ίσως μάλιστα το άγαλμα προοριζόταν να
τοποθετηθεί δίπλα από κάποιον βωμό, ως μέρος ευρύτερης διακόσμησής του. Μήπως
σ’ αυτόν τούτο τον βωμό της θεάς Αθηνάς πάνω στην Ακρόπολη;
Ο Στύππαξ αναφέρεται απλώς ως Κύπριος. Δεν
γνωρίζουμε λοιπόν από πού ακριβώς
καταγόταν και πως είχε
βρεθεί στην Αθήνα. Ίσως να είχε γεννηθεί
εκεί από Κύπριους γονείς, πράγμα που εξηγεί και τον χαρακτηρισμό Κύπριος, αντί
αυτού που συνηθιζόταν τότε, το επίθετο
να προσδιορίζει όχι τη χώρα, αλλά την πόλη καταγωγής, όπως ο Σόλιος,
Σαλαμίνιος, Κιτιεύς, Πάφιος κλ.π. Πάντως περισσότερη σημασία έχει τούτο, ότι
στην οικοδόμηση των τόσο λαμπρών μνημείων επί της Ακροπόλεως, είχε υπάρξει και
κυπριακή συμβολή.
Να μην μας διαφεύγει ότι ο αποικίες της Σάμ1ου,
η Νάγες και Κελενδρίς στα παράλια της Κιλικίας στήριζαν τις επαφές Σάμου με την
Κύπρο, την Κιλικία και την Συρία.
2ος Παγκόσμος Πόλεμος
2) Ήμαστε στα 1943
όταν αποφασίζεται η ΑΕΡΟΒΑΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΛΟΧΟΥ ΣΤΗ ΣΑΜΟ!
Το πρώτο
επιχειρησιακό συγκροτημένο ελληνικό τμήμα αλεξιπτωτιστών θεωρείται ο Ιερός
Λόχος με δύναμη είκοσι ανδρών με διοικητή τον Συνταγματάρχη Χριστόδουλο
Τσιγάντες.
Οι Βρετανοί επειδή αντιλαμβάνονται ποια
τύχη θα είχαν κυρίως οι νήσοι Σάμος και Λέρος από στρατηγικής απόψεως και
σημασίας εστόχευσαν περισσότερο την προσπάθειά τους να τις ενισχύσουν και
διατηρήσουν τον έλεγχό τους. Για τον λόγον αυτό χρησιμοποίησαν στο Αιγαίο
Πέλαγος και στα Δωδεκάνησα τον Ιερό Λόχο των Ελλήνων. Μετά την πολεμική τους
δράση στη Λιβύη τον Ιερό Λόχο των Ελλήνων. Μετά την πολεμική τους δράση στη
Λιβύη και Τυνησία ο Ιερός Λόχος διατάχθηκε να ενταχθεί στις Βρετανικές Δυνάμεις
Καταδρομών ώστε να εφοδιασθεί με ειδικό οπλισμό και να υποστεί συμπληρωματική
εκπαίδευση σε εξειδικευμένα αντικείμενα.
Από της 18 Σεπτεμβρίου 1943 ο Ιερός Λόχος
ολοκλήρωσε την εκπαίδευση του συγκεντρώθηκε στο ΑΖ-Ζίμπι της Αιγύπτου έτοιμος
για επιχειρήσεις. Ο Διοικητής του Ι.Λ. βλέποντας ότι καθυστερούσαν οι Βρετανοί
να εμπλακούν στις επιχειρήσεις του Αιγαίου κατόρθωσε μετά από συζητήσεις να
τους πείσει να διαβάζουν επιτέλους την αποστολή στη Σάμο. Με αποβατικά σκάφη
114 Ιερολοχίτες μη αλεξιπτωτιστές θα εκτελούσαν αμφίβια επιχείρηση και
συνάδελφοί τους αλεξιπτωτιστές με μεταγωγικά αεροσκάφη C47 θα έπεφταν με
αλεξίπτωτα. Επικεφαλής του αποβατικού συγκροτήματος τέθηκε ο Διοικητής του Ι.Λ
αντισυνταγματάρχης Ανδρέας Καλλινάκης.
Η νηοπομπή με τους 114 Ιερολοχίτες
αναχώρησε την 28 Οκτωβρίου με τον υποδιοικητή Αντισυνταγματάρχη Φωτεινό
Μεσσηνόπουλο. Το αποβατικό τίμημα λόγιο των επιδρομών των Γερμανικών
βομβαρδιστικών αντιμετώπισε πολλά προβλήματα και τελικά αποβιβάστηκε στο λιμάνι
της Σάμου. Μαζί τους έπεσε και ο Διοικητής τους.
Γιατί τα αναφέρω
όλα αυτά και ποια η σχέση του Ιερού Λόχου της Σάμου και της Κύπρου.
Οι 200 Ιερολοχίτες
Αλεξιπτωτιστές έπεσαν ανά εκατόν. Στην 1η Ομάδα επικεφαλής ήταν ο
Κύπριος Ιερολοχίτης Αλεξιπτωτιστής εξ Αμμοχώστου.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ τότε Αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού.
Ιδέ ΑΝΟΠΑΙΑ ΑΤΡΑΠΟΣ
SHAlkising blogspot.gr/
Εν συνεχεία όλοι μαζί και αφού ολοκληρώθηκε
το Ιστορικό αυτό άλμα των Ιερολοχιτών Αλεξιπτωτιστών και αφού επίταξαν ιταλικά
φορτηγά, τους μετέφεραν στο χωριό Μυτιληνιοί. Πράγματι υπήρξε ο βασικός πυρήνας
της άμυνας της Σάμου. Ο λόχος αποχώρησε στις 19/11/1943.
Θέλω να αναφερθώ
και σε ένα περιστατικό πρόσφατο ενός οικογενειακού μυστικού από το i-news lifestyle
Γιώργος Αυτιάς: δάκρυα συγκίνησης για
ένα οικογενειακό μυστικό
Μετά από χρόνια κατάφερε να
πραγματοποιήσει την υπόσχεση που είχε δώσει στον πατέρα του. Η είδηση ότι
κατάφερε να εντοπίσει τους ανθρώπους που είχαν βοηθήσει την οικογένειά του
έκανε τον Γιώργο Αυτιά να δακρύσει. Δίνει καθημερινά τη μάχη της τηλεθέασης ο ίδιος
όμως έχει καταφέρει τόσα χρόνια να κρατήσει μυστική την οικογενειακή του
ιστορία. Όλα ξεκίνησαν όταν ο παππούς του Γιώργος και η γιαγιά του Παγώνα, πρόσφυγες από τη Σμύρνη, έχασαν το
βιος τους και γυρίζοντας νέα σελίδα στη ζωή τους εγκαταστάθηκαν στη Σάμο. Τα χρόνια
πέρασαν και το 1940, με τον πόλεμο γνώρισαν για δεύτερη φορά τον ξεριζωμό αφού
αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την ήρεμη είχαν χτίσει στο νησί για να πάνε στην Κύπρο. Πρόσφυγες πάλι, αναζητούσαν μια
καλύτερη ζωή γι’ αυτούς και τα παιδιά τους. Στο Νησί της Αφροδίτης βρήκαν τους
σωτήρες τους αφού η οικογένεια του Νίκου Λανίτη τους αγκάλιασε και τους
πρόσφερε αγάπη και αρκετά αγαθά για να μπορέσουν να ζήσουν εκείνοι και τα παιδιά
τους. Ιδιαίτερη αδυναμία όμως είχαν στον μικρό Γιάννη, πατέρα του πετυχημένου
δημοσιογράφου Γιώργου Αυτιά. Τα χρόνια πέρασαν και η οικογένεια μετά το τέλος
του πολέμου στην Ελλάδα ετοιμαζόταν να επιστρέψει και πάλι στη Σάμο. Ο
αποχωρισμός της οικογένειας Αυτιά από την οικογένεια Λανίτη ήταν δύσκολος αφού
είχαν δεθεί.Μάλιστα, η οικογένεια Λανίτη ζήτησε από τον Γιώργο και την Παγώνα Αυτιά
να κρατήσουν τον μικρό Γιάννη στη Μεγαλόνησο για να τον μεγαλώσουν προσφέροντάς
του μια άνετη ζωή. Ο μικρός Γιάννης ακολούθησε τους γονείς του, αλλά υποσχέθηκε
ότι θα κρατήσει επαφές με τους ανθρώπους που βοήθησαν την οικογένειά του. Τα
χρόνια πέρασαν, αλλά λόγω της απόστασης οι επαφές χάθηκαν. Από το μυαλό και την
καρδιά του Γιάννη Αυτιά όμως δεν έφυγαν ποτέ οι Κύπριοι, τα μέλη της
οικογένειας του Νίκου Λανίτη που τον είχαν αγκαλιάσει σαν παιδί τους. Ακόμη και
όταν μεγάλωσε και έκανε τη δική του οικογένεια μιλούσε συνέχεια με ευγνωμοσύνη
για τους ανθρώπους που του έσωσαν τη ζωή. Πάντα ήθελε να τους δει, να τους ευχαριστήσει,
αλλά να γνωρίσει και τους απογόνους του. Ακόμη και πριν από τρία χρόνια., λίγο
προτού φύγει από τη ζωή, έβαλε τον γιο του Γιώργο να του υποσχεθεί πως θα έκανε
πράξη την επιθυμία του και πως θα ευχαριστούσε την οικογένεια Λανίτη εκ μέρους του για ότι είχαν κάνει οι πρόγονοί
τους. Η σκέψη αυτή γύριζε συνέχεια στο μυαλό του πετυχημένου δημοσιογράφου και βρήκε την ευκαιρία λίγο προτού κλείσει
τον κύκλο εκπομπών στην Κύπρο να πραγματοποιήσει την υπόσχεση. Τότε ήταν που
αποφάσισε για πρώτη φορά να μοιραστεί το μυστικό του με τον κόσμο. Ήλπιζε ότι
θα έβρισκε ανταπόκριση και σύντομα θα γνώριζε τους ανθρώπους που ήταν οι
σωτήρες της οικογένειάς του. Λίγη ώρα μετά το τέλος της εκπομπής το τηλέφωνο στο
στούντιο χτύπησε και μια φωνή τον έκανε να σαστίσει. Ένας τηλεθεατής ήξερε την
προσωπική του ιστορία και του έδωσε όλα τα στοιχεία που χρειαζόταν για να
επικοινωνήσει με τους απογόνους του Νίκου Λανίτη. Η είδηση ότι θα έκανε την
επιθυμία του πατέρα του πράξη λύγισε τον ισχυρό άνδρα της ενημέρωσης μη
μπορώντας να αντέξει και να μην κλάψει.
Μ. Ασίας → ΣΑΜΟ 1940 → ΚΥΠΡΟ → Ελλάδα
13: 01 8/7/2011- Πηγή:
To BlogTonKirlon
ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΣΧΕΣΗ ΣΑΜΟΥ-ΚΥΠΡΟΥ
Μέσα στη σεπτή χορεία των ενδόξων
ιερομαρτύρων της πίστεώς μας, που λαμπρύνουν το πνευματικό στερέωμα της
εκκλησίας μας συναριθμείται και ο τιμώμενος στις 5 Οκτωβρίου ο Άγιος Ιερομάρτυς
Ερμογένης ο θαυματουργός, ο θεόπνευστος και μαρτυρικός επίσκοπος Σάμου ο οποίος τιμάται ως τοπικός άγιος της Κύπρου,
αφού τα Ιερά λείψανα έφτασαν θαυματουργικός στην περιοχή Κούριο κοντά στο χωριό
Επισκοπή της Κύπρου όπου έως σήμερα σώζεται ο τάφος του.
Ο Άγιος Ερμογένης στον 4ο αιώνα
στη κωμόπολη Φοινικούντα της Αττάλειας της Μ. Ασίας από ευσεβείς γονείς τον
οποίον διαπαιδαγώγησαν με τα νάματα της χριστιανικής πίστεως. Μόλις απεβίωσαν
οι γονείς του αμέσως παραμέρισε τα πλούτη, τη δόξα και τη νιότη του και αφού
διένεμε την περιουσία του στους φτωχούς και τα ορφανά αναχώρησε για Αίγυπτο για
να μαθητεύσει κοντά σε ασκητικές μορφές και αφού απέκτησε περισσότερες
πνευματικές εμπειρίες έφυγε για την Κων/πολη.
Η απαστράπτουσα αρετή και η άκρα ταπεινότητά
του παρακίνησαν τον Πατριάρχη στο να χειροτονήσει διάκονο και στη συνέχεια
πρεσβύτερο της εκκλησίας. Η χαρισματική του προσωπικότητα τον ανέδειξε σύντομα
κατ’ εντολή του Πατριάρχη σε Επίσκοπο της εκκλησίας της Σάμου.
Η επισκοπική του δράση προς την αληθινή
χριστιανική πίστη προκάλεσε τον φθόνο και την οργή των ειδωλολατρών, οι οποίοι
τον συνέλαβαν ως δάσκαλο και καθοδηγητή των Χριστιανών, και κατ’ εντολή του
ειδωλολάτρη ηγεμόνος Σατορνίνου οδηγήθηκε ο φλογερός επίσκοπος της Σάμου
με την κατηγορία ότι διδάσκει τους κατοίκους να προσκυνούν τον Σταυρωθέντα.
Ο ηγεμόνας μπροστά στην ομολογία του Αγίου
πρόσταξε να τον μαστιγώσουν για πολλή
ώρα μέχρι να διαλυθούν οι σάρκες του. Αφού τον έθεσαν σε σκληρά βασανιστήρια
στη φυλακή όπου του έδεσαν τα πόδια του με ξύλο και στον τράχηλο του έβαλαν
βαριά αλυσίδα. Τα μαρτύρια συνέχισαν αργότερα με εντολή του ειδωλολάτρη ηγεμόνα
και αφού τον έσερναν άγρια άλογα διέταξε να τον λιθοβολήσουν τον Άγιο και να
του ξεριζώσουν τα δόντια και να τον ρίξουν στον γκρεμό.
Ο άγιος Ερμογένης συνδέθηκε με την Κύπρο με
αυτά τα λόγια: «Χριστιανοί ελθόντες νύκτωρ έκλεψαν το λείψανο του Αγίου,
ρίψαντες αυτό εντός θήκης εις την θάλασσα. Ευρόντες αυτός τινές πιστοί εις τους
επισήμους της πόλεως οίτινες ελθόντες
μετά θυμιατών και λαμπάδων».
Εν συνεχεία η εντολή που δόθηκε ήτο να
γδάρουν τον Άγιο με κοφτερά ξυράφια εν συνεχεία με πυρωμένα σουβλιά και να του
κάψουν τις μασχάλες, τα αυτιά και την κοιλιά. Εν συνεχεία ο δήμιος τον
αποκεφάλισε στις 5 Οκτωβρίου. Οι
χριστιανοί το τοποθέτησαν το λείψανο μαζί με τα ιερά άμφια και την τιμία καρά
του μέσα σε κιβώτιο. Αφού το σφράγισαν καλά το έριξαν στην θάλασσα και με τα κύματα έφθασε στην Κύπρο στη
περιοχή του Κουρίου. Οι Κύπριοι μόλις τον αντίκρισαν παρέλαβαν το Ιερό λείψανο
και το πήραν στην Επισκοπή όπου ανηγέρθην επ’ όνομα του θαυματουργού Αγίου. Ο
ναός αυτός καταστράφηκε από τους επιδρομείς και ανηγέρθην το 17ο
αιώνα ο σημερινός ναός. Έως και σήμερα σώζεται ο τάφος του, ο οποίος αποτελεί
αέναο πηγή θαυματουργικών ιάσεων για
όσους προσέρχονται. Φωτ. 1.
Το 1772 εκδόθηκε στη Βενετία με δαπάνη του
Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Κιττιαίων Μακαρίου του Κυπρίου η ακολουθία του Αγίου
η οποία ανατυπώθηκε από την Εκκλησιαστική επιτροπή του χωριού «ΕΠΙΣΚΟΠΗ»
Κύπρου. Το 1991 εκδόθηκε η ακολουθία του Αγίου Ερμογένη, την οποία εποίησε ο
Πανοσιολογιότατος Καθοδηγούμενος Παυλόπουλος. Στις 10 Ιουλίου 2004 με
συντονισμένες ενέργειες του Μητροπολίτη
Σάμου κ. Ευσεβίου έφθασε στη Σάμο από
την Λεμεσό της Κύπρου τεμάχιο της τιμίας κάρας του Αγίου Νικολάου Βαθέος Σάμου,
όπου φυλάσσεται καλά περίτεχνη φορητή εικόνα του Αγίου. Το ιερό λείψανο
συνόδευαν ο Μητροπολίτης Αθανάσιος και 500 Κύπριοι που έφθασαν στο λιμάνι Βαθύ
της Σάμου όπως είναι ο Μητροπολιτικός Ναός του Αγίου Νικολάου.
Η
Παρθένος σήμερον…
Κοντάκιον
Ήχος γ΄
«Των Σαμίων καύχημα
και των Κυπρίων το κλέος, Ερμογένη άπαντες αναφημήσωμεν ύμνοις ούτος γαρ της
Τριάδος έλαβεν αίγλην και ως ηλιοφωτίσας
την Οικουμένην οι προθύμως ανυμνούμεν και προσκυνούμεν, λέγοντας Χάρε,
θαυματοφόρε Ερμογένη Όσιε».
ΑΓΙΟΣ ΕΡΜΟΓΕΝΗΣ
(Δόξα και τιμή στο
σμαραγδένιο μας νησί. Χαρά και ευλογία στη Κύπρο μας).
Στο σημείο όπου
αποβιβάστηκαν οι Αργείοι υπάρχει ο ναός και ο τάφος του Αγίου Ερμογένη του
θαυματουργού. Η ιστορία της εκκλησίας ξεκινά τον 4ο αιώνα μ.Χ. όταν
στην Σάμο θανατωνόταν δια αποκεφαλισμού ένας άγιος άνθρωπος. Ο Άγιος Ερμογένης
αφού δεν άλλαξε την πίστη του όπως πρόσταζε ο ηγεμόνας της Σάμου Σατορνίνος
οδηγήθηκε σε μαρτυρικό θάνατο. Πιστοί σε αυτόν Χριστιανοί πήραν το σώμα του
Αγίου το τοποθέτησαν σε κάσα και το έριξαν στη θάλασσα για να μην υποστεί άλλον
εξευτελισμόν από τα ειδωλολατρικά πλήθη. Τα κύματα οδήγησαν την κάσα με το σώμα
του Αγίου Ερμογένους προς την Ανατολική Μεσόγειο και στα Νότια παράλια της
Κύπρου. Αυτή ξεβράστηκε στη παραλία της Επισκοπής όπου τη βρήκαν οι κάτοικοι
του χωριού. Έκτισαν μικρόν ναό και τοποθέτησαν τον τάφο του Αγίου κοντά στο
σημείο που τα κύματα «χάρισαν» στην Κύπρο ακόμα ένα Άγιο. Έκτισαν το ξωκλήσι
του Αγίου Ερμογένους.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Θεωρώ μια από τις πιο σημαντικές μου
δραστηριότητες την έκδοση αυτού του πονήματος που κρατάτε στα χέρια σας με τις
μαρτυρίες από τους ξεριζωμούς τόσο των Κυπρίων, όσο και των Σαμιωτών οι οποίοι
φαίνεται ότι τον ξεριζωμόν τον έμαθαν οι λαοί μας από τα πολύ παλιά χρόνια.
Είναι μαρτυρίες φορτισμένες με συναισθήματα ανεξίτηλα, μαρτυρίες με ιστορικά
γεγονότα, μαρτυρίες από τους αγώνες της δουλειάς, του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και
του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η ανακάλυψη αυτή πιστεύω ότι για πρώτη φορά
καταγράφεται τόσο έντονα και τόσο λεπτομερή στα κυπριακά και ελλαδικά δεδομένα
και βλέπουν για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητος. Αποτελεί συνέχεια της
ανακάλυψης ενός άλλου Κύπριου Εθνομάρτυρα αγνοούμενου Φιλόθεου Χατζή
μητροπολίτου Δημητσάνας (1795-1821)
Όλοι αυτοί είναι άνθρωποι της θρησκείας, της
αγάπης και του πολιτισμού και της Υπομονής. Αυτοί οι άνθρωποι όπου και αν
πήγαν, στέριωσαν, έκαναν οικογένειες και αφομοιώθηκαν με το τοπικό πληθυσμό.
Μόνο το όνομα και το επίθετό τους έμεινε να τους θυμίζουν την καταγωγή. Ακόμα
και οι Κύπριοι πρόσθεσαν αντί επιθέτου το ΚΥΠΡΙΟΣ ή ΚΥΠΡΑΙΟΣ για να τους
θυμίζει πάντα την καταγωγή τους.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-Κωνσταντίνος Κομής: Πληθυσμός κατοικίσιμος
της Σάμου κατά την Οθωμανική περίοδο. Πρακτικό Συνεδρίου.
-Ο. Γ. Κλεάνθους και η εποχή του. Σάμος 1991
σελ. 227-230
-Μ.Γ. Βαρβούνης: Μαρτυρίες για μετακινήσεις
παραδοσιακών μαστόρων ανάμεσα στην Κύπρο και τη Σάμο. Λαογραφική Κύπρος 43
(1995) σεκ, 33
-Μ. Γ. Βαρβούνης: Η Κυπριακή Μονή της Παναγιάς
του Κύκκου και η Σάμος.
-Μ. Γ. Θωμόπουλος Τα πατριώνυμα μας Αθήνα 1991
Ονόματα Παρορ. Ι.
-Ν. Σταματιάδης: Σαμιακά ήτοι ανέλιξις 2. Εν
Σάμω 1906.
Σαμιακά
1908 σελ. 606, 59, 575,574, 573, 588, 577
-Ματθιουδάκης Σαμίων Πρεσβεία , ή Πρακτικά
Σάμου σελ. 112,113,114, 118, 119
-Μ. Γ. Βαρβούνης Ονοματολογικό Υλικό 19ου
αιώνα από το Βαθύ της Σάμου (Παρνασσό 37) σελ. 31-50
-Χ.Ν. Λάνδρος. Η μετεπαναστατική Σάμος σε
Υποτέλεια σελ. 454 αρ . 1541, 326 αρ. 911
-Απ. Σεβαστάκης: Το κίνημα των Καρμινιόλων
σελ. 221,209, 207, 212, 248, 215, 220
-Σάββας Κλεάνθους: Οι τρεις φόνοι. Η
πατροκτονία.
-Ιωάννη Ζαμπούνη υπό του υιού του Αλεξάνδρου
από την νήσο Σάμου. Ο φόνος του Χάρη Μιχαήλ Λεμεσός 1923 β.β. Μ. Γ. Βαρβούνη
132 αρ. 3
-Ν. Δημητρίου Λαογραφικά Σάμου 1873 Αθήνα 1986
σελ. 93
-Ζαφειροπούλου φ. 1987 Σάμος, Αθήνα
-Σίμωσι Α. 1994 «Σάμος Πυθαγόρειο Αρχαιολογικό
Δελτίο 49 Χρονικά Β2 (1999)858-862.
-Σίμωσι Α 1993 Σάμος, Αρχαϊκό λιμάνι Σάμος
(δεύτερη περίοδ.) ανασκαφική έρευνα: Αρχαιολογικό σελ. 21048
-Αναφορές στην Αρχαία γραμματεία Ηρόδοτος,
Ιστορίαι ΙΙΙ39, 111.45, 111.60, Ηλίνιος: Φυσική Ιστορία, 7,209, Θουκυδίδης,
Ιστορία VIII,
79, Στράβων, Γεωγραφικά VIV.I.14
-Jantsen U. 1968, Samos 1967, Archaelogisher
Anzeigel 2/B, 148.151
-Ζαφειροπούλου Φ 1987 Σάμος, Αθήνα (Zafiropoulou F, 1987 Samos, Athens (in Greek))
-Σίμωσι Α 1494, Σάμος, Πυθαγόρειο,
Αρχαιολογικό Σελ. 21049 Χρονικά Β, 2 (1999, 858, 862…)
-Σίμωσι Α 1993, Σάμος, Αρχαίο λιμάνι Σάμου (2η
περίοδος ανασκαφικής έρευνας. Αρχαιολογικό Δελτίον 48, Χρονικά Β.2)
-Γ. Βαλέτα «Η Ιστορία της Ακαδημίας Κυδωνιών,
Πρώτη Βενιαμική περίοδος Ανάτυπο από τα Μικρασιατικά χρονικά».
-Χ. Κουτελάκης «Σάμος, το σταυροδρόμι της
καλλιτεχνικής παραγωγής στο Αιγαίο του 18ου αιώνα. Δίκτυα
επικοινωνίας του Πολιτισμού στο Αιγαίο».
Αθήνα 1997 σελ. 199-207
-Γεώργιος Α. Γεωργίου «Οι σχέσεις Κύπρου- Σάμου
κατά την αρχαιότητα του 7ου -6ου αιώνα μ.Χ.»
-Αγγελίδης, Σ, 1996 Από την ιστορία
Ελληνοκυπρίου στην Τιφλίδα (1953-1916) Ποντιακής Εστία, 109 (1996), 94,104.
-Δημητρίου Ελένη 1974 «Η Νεώτερη
Αγγειοπλαστική της Λαπήθου, Χρονικά της Λαπήδου ΙΙΙ (1974) 11-56.
-Κατσελλή Ρήνα, 1975 Κερύνεια- Εκ στόματος
Γερόντων Α΄ Λευκωσία 1475.
-Χ. Κουτελάκης Δίκτυα επικοινωνίας και
Πολιτισμού στο Αιγαίο.
-Χ. Κουτελάκης: «Η Σάμος στο Σταυροδρόμι της καλλιτεχνικής
παραγωγής στο Αιγαίο του 18ου αιώνα».
-Πρακτικό
Συνέδριο: «Δίκτυα επικοινωνίας του Πολιτισμού του Αιγαίου» Αθήνα 1997
σελ. 199-207
-Γιώργος Γεωργής: «Οι σχέσεις Σάμου-Κύπρου
κατά την αρχαιότητα του 7ου και 6ου αιώνα».
-Κώστας Κόμης: Πληθυσμιακές μετακινήσεις με
αφετηρία το 1821, για παράδειγμα της Σάμου. Τα ιστορικά τ13 24-25 Ιούνιος 1996,
157-176.
-Σ. Λαΐου: Η Σάμος κατά την Οθωμανική περίοδο.
-Χ. Λάνδρος: Η μετεπαναστατική Σάμος σε
υποτέλεια.
- Ακολουθία του Αγίου Ερμογένους του θαυματουργού Επισκοπή 1963.
- Καππάη Δημητρίου Χ, Οι εν Κύπρω διαλαμψάντος Άγιοι, Κύπρος 1998.
- Λείψανο του Αγίου Ερμογένους στη Σάμο. Περιοδικό Μεταμόρφωσις. Τεύχος 103. Αύγουστος –Σεπτέμβριος 2004.
- Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος –εκπαιδευτικός. Ο Άγιος Ερμογένης ο τιμώμενος στην Κύπρο μαρτυρικός ιεράρχης της Σάμου.
- Εφημερίδα Λεμεσός- 6/8/2006. Σήμερα γιορτάζει ο Άγιος Ερμογένης στην Επισκοπή Κώμη.
[1]Οι συγγραφείς που μας πληροφορούν είναι:
-Χ.
Κουτελάκης: «Η Σάμος στο Σταυροδρόμι της
καλλιτεχνικής παραγωγής στο Αιγαίο του 18ου αιώνα».
-Πρακτικό
Συνέδριο: «Δίκτυα επικοινωνίας του Πολιτισμού του Αιγαίου» Αθήνα 1997
σελ. 199-207
-Γιώργος Γεωργής: «Οι σχέσεις Σάμου-Κύπρου
κατά την αρχαιότητα του 7ου και 6ου αιώνα».
-Κώστας Κόμης: Πληθυσμιακές μετακινήσεις με
αφετηρία το 1821, για παράδειγμα της Σάμου. Τα ιστορικά τ13 24-25 Ιούνιος 1996,
157-176.
-Σ. Λαΐου: Η Σάμος κατά την Οθωμανική περίοδο.
-Χ. Λάνδρος: Η μετεπαναστατική Σάμος σε
υποτέλεια.
[2] Κ. Κόμης «Πληθυσμός και οικισμοί της Σάμου κατά την Οθωμανική περίοδο»
Πρακτικά Συνεδρίου «ο Κλεάνθης και η εποχή του» Σάμος 1991 σελ. 227-230 και Κ.
Κόμης «Σάμος, χώρος και άνθρωποι 1834-1912» Ιστορικοδημογραφικά… ο.π. σελ.
269-274
[3] Μ. Γ. Βαρβούνης «Η Κυπριακή Μονή της Παναγιάς του Κύκκου και η Σάμος» Erytheia Revista de Estudios Bizantinos 27 (2006) σελ. 187-197. Ίδιον: Μαρτυρίες
και μετακινήσεις παραδοσιακών μαρτύρων ανάμεσα Κύπρου- Σάμου: Λαογραφική Κύπρο
4361993 σελ. 33-36
[4] Μ.Γ. Βαρβούνη “Κύπριοι στη Σάμο” Παρνασσός 2009. Σελ. 279-288
[5] Ιωάν. Θωμόπουλος: Τα πατριδωνύμια μας Αθήνα 1991 (ονόματα παρ. αριθμ.
Ι)
[6] Τη Δευτέρα 10 Αυγούστου 2015 μετροφυλλώντας το «Σαμιακό Βήμα»
εφημερίδα της Σάμου στην σελίδα 3 διαβάζοντας την εφημερίδα το μάτι μου έπεσε
σε μια νεκρώσιμη ανακοίνωση η οποία έγραφε: «ο Νίκος Κυπραίος ετών 78
μεταπήδησε στην αιωνιότητα, ο οποίος όταν ζούσε εργαζόταν ως αμπελουργός στο
Καρλόβασι κάτι που επιβεβαιώνει ότι εκεί στο Καρλόβασι υπήρχαν Κύπριοι…»
[7] Εφ. Δημοκρατία και Ορθόδοξη 24/9/2016, τμ. 21/03 Άρθρο Χρήστου Πετρέα.
[8] Μόλις ο Πολυκράτης ανέλαβε την εξουσία προσπάθησε να σταθεροποιήσει
την εξουσία και εξορίζει τους πιο επικίνδυνους από τους αριστοκράτες μαζί δε με
άλλους αυτοεξόριστους Σαμιώτες ίδρυσαν στην Κάτω Ιταλία μια αποικία την
Δικαιαρχεία (526 π.Χ.) και ανάμεσά τους βρισκόταν και ο Πυθαγόρας. Ταυτόχρονα
οργάνωσε το στρατό και ναυπήγησε και στόλο. Σύμφωνα με μια πληροφορία είχε 100
πεντηκοντόρους. Ο ίδιος έδωσε τα σχέδια και τα έφτιαξαν.
[9] Την γνωστή Σάμαινα (διήρης σπουδαία). Νίκησε τους Μιλήσιους και τους
Μυτιληνιούς. Οργάνωσε τέτοιο ναυτικό που του επέτρεψε να επικρατήσει στο Αιγαίο
και στα απέναντι παράλια. Από την εφορία εναλίων Αρχαιοτήτων
επιβεβαιώνεται ότι καθιέρωσε το
«Λιμενοσκόπιο» τις επαφές δηλ. του νησιού με την Ανατολία, την Ανατολική
Μεσόγειο, Κιλικία, Συρία, Αιγαίο και Κύπρο και τούτο διότι η Σάμος βρισκόταν σε
πολύ καίριο σημείο στον εμπορικό δρόμο που συνέδεε το Αιγαίο με την Ανατολία
και ανέπτυξε εμπορικές
σχέσεις και με την Κύπρο. Αυτός πιστεύω ήταν
ένας σπουδαίος λόγος να γινόταν μετοικεσία μεταξύ Κύπρου- Σάμου.
[10] Χ. Κουτελάκης «Σάμος το σταυροδρόμι της καλλιτεχνικής παραγωγής στο
Αιγαίο του 18ου αιώνα» Πρακτ. Συνεδρίου «Δίκτυα Επικοινωνίας και
Πολιτισμού στο Αιγαίο» Αθήνα 1977 σελ. 199-207 με παραδείγματα.
[11] Ευφροσύνη Ριζοπούλου: Σχέσεις Κύπρου και Μ. Ασίας σε τομείς Λαϊκής
Τέχνης σελ. 1.
[12] Αλ. Σεβαστάκης «Το δημόσιον δίκαιον εν Σάμω κατά την Τουρκοκρατίαν,
την Επανάστασιν και το Ηγεμονικόν Καθεστώς». Θεσσαλονίκη 1959 σελ. 1-5. Επίσης
Σεβαστάκης Αλ. «Το δημόσιον δίκαιον εν Σάμω», Θεσσαλονίκη 1550-1912 Αθήνα 1966
σελ. 13-15.
[13] Κ. Παπαϊωάννου- Σάμος Αθήνα 1982 σελ. 9. Περ. Ζερλέντης «Σάμος
Νησιώτικη Επιτήρις Ι (1918)» σελ. 91-92. Εμμ. Κρητικίδης τοπογραφία αρχαία και
σημερινή της Σάμου Εν Ερμούπολει 1869
(επανέκδοση Διονυσίου Νότη Καραβία 1982).
[14] Κ. Κόμης «Πληθυσμός και οικισμοί της Σάμου κατά την Οθωμανική περίοδο»
(Πρακτικά συνεδρίου ο Γ. Κλεάνθης και η εποχή του) Σάμος 1991 σελ. 227-230.
[15] Κ. Κόμης «Πληθυσμοί και
οικισμοί της Σάμου κατά την Οθωμανική περίοδο» (Πρακτικά συνεδρίου ο Γ. Κλεάνθης
και η εποχή του. Σάμος 1991 σελ. 227-230)
[16] Μ. Γ. Βαρβούνης Κύπριοι στη Σάμο Παρνασσός 2009 σελ. 279-288.
[17] Ιωάν. Θωμόπουλος Τα πατριδώνυμά μας Αθήνα 1991 (ονόματα παράρτημα
αριθμ. 1 όπου ή σχετ. προγενέστερη βιβλιογραφία σελ. 9-10)
[18] Ν. Σταματιάδης Σαμιακά ήτοι ανέλιξις της νεωτέρας Ιστορίας της Σάμου
δι’ επισήμων εγγράφων. Εν Σάμω 1909 σελ.
6.
[19] Ν. Σταματιάδης Σαμιακά εν Σάμω 1887 σελ. 754.
[20] Ν. Σταματιάδης Εν Σάμω 1908 σελ. 606
[21] Ν. Σταματιάδης Εν Σάμω 1908 σελ. 575
[22] Ν. Σταματιάδης Εν Σάμω 1908 σελ. 575,574,573,577,578
[23] Για όλους τους ανωτέρους βλέπε και Β Μαθιουδάκη, Σαμίων Πρεσβεία και
Πρακτικά Σάμου οπ. 118,119 όπου αναφέρονται ονόματα ιδίον.
[24] Ο Χριστόδουλος Κύπριος ήταν ένας από κείνους που είχαν ζητήσει το 9
του 1821 εγγράφως την παγίωση του Στρατοπολιτικού Συστήματος στη Σάμο από τον
Λογοθέτη Λυκούργο γεγονός που φανερώνει ότι ανήκε στο στενό περιβάλλον –πυρήνα
των συνεργατών και έμπιστων.
[25] Ν. Σταματιάδης Σαμιακά ΟΠ Ι εν Σάμω εν Σάμω 1908 σελ. 59
[26] Π. Διακογιάννης . Η παιδεία στη Σάμο από τότε μέχρι σήμερα σελ. 42
Αθήνα Χρ. Λάνδρος «Η εκπαίδευση στη Σάμο κατά την Καπποδιαστριακή περίοδο
(1828-1830)» Η κρίση το 1824. Πρακτικά συνεδρίου «Ο Γ. Κλεάνδης και η εποχή του
τόμος 1991» σελ. 171-172.
[27] Ν. Σταματιάδης Σαμιακά ΟΠ Ι εν Σάμω εν Σάμω 1908 σελ. 226
[28] Επ Σταματιάδης Σαμιακά Ο.Π. 2 Εν Σάμω 1821 σελ. 128-129 Αλ. Σεβαστάκης
«Το Στρατιωπολιτικό σύστημα Σάμω και η κεντρική ελλήνων διοίκηση» Σαμιακή
μελέτη (1993-1994 σελ. 97-12)
[29]Χ.Ν. Λάνδρος Η μετεπαναστατική Σάμος σε Υποτέλεια. 1ο
πρωτόκολλο της Ηγεμονίας 18344835 404
αρ. 12320
[30] 1ο πρωτόκολλο της
Ηγεμονίας 18344835 οπ σελ. 454 1541. 1ο
πρωτόκολλο της Ηγεμονίας 18344835 οπ σελ 336-411. Το κίνημα Καρμανιόλων στη
Σάμο 1805-1812
[31] Αλ. Σεβαστάκης. Το κίνημα Καρμανιόλων
ο.π. σελ. 210.
[32] Χρ. Λάνδρας Ονομαστικός κατάλογος των εν Σάμω Ιερομονάχων και μοναχών.
Με απογραφή των κληρικών της Σάμου το 1830.
[33] Αντιπελάργηση Τιμητικός τόμος για τον Νικόλαο Α. Δημητρίου Αθήνα 1992
σελ. 408
[34] Μητροπολίτη Σιδηροκάστρου Ιωάννη : Η εκκλησία της Σάμου
[35] Μ. Γ. Βαρβούνη –Τατ. Γεωργάκης Ιωάννου. Η μοναστηριακή ζωή στη Σάμο
(τέλη 18-19ου αιών.). Η μαρτυρία των κωδικών της Ιεράς Μονής Τιμίου
Σταυρού τομ. Αθήνα 2005 σελ. 336
[36] Ν. Πασσάς. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο της Μονής του Τιμίου Σταυρού της
Σάμου. Το θαύμα της ξυλογλυπτικής τέχνης
Αθήνα 1995 σελ. 28. Μητρόπολίτη
Σιδηροκάστρου Ιωάννη.
[37] Μ. Γ. Βαρβούνης. Τα ξυλόγλυπτα τέμπλα της Σάμου.
[38] Μ. Σίμος «Άγνωστη- ανέκδοτη επιστολή Πατριάρχη Κυρίλλου Β΄» Σαμιακή
Επιθεώρηση 37-38 (1986) σελ. 76.
[39] Μητροπολίτης Σιδηροκάστρου Ιωάννη: Η εκκλησία της Σάμου σελ. 192,19
[40] Μητροπολίτη Σιδηροκάστρου Ιωάννη: Η εκκλησία της Σάμου.
[41] Ν. Α. Δημητρίου Ιστορία των Μουρατζαίων Αθήνα 1990 σελ. 17-18
[42] Μητροπολίτη Σιδηροκάστρου Ιωάννης
«Η εκκλησία της Σάμου» 362 σελ. 202
[43] Χαρ. Κουτελάκης: Έλληνες αργυροχρυσοχόοι και ξυλογλύπτες Αθήναι 1996
σελ. 222 αρ. 722. Επίσης Κυπριακά Χρονικά (1935) σελ. 318.
[44] Μητροπολίτη Σιδηροκάστρου Ιωάννης. Η εκκλησία της Σάμου ο.π. σελ. 180
Μ. Γ. Βαρβούνης εκκλησιαστικές επιγραφές της Σάμου. Σαμιακές Μελέτες
(1999-2000)αρ. 250.
[45] Εμμ. Κρητηκίδης Περίβασις εις
τας μονάς και μετόχια της Σάμου σελ. 71
[46] Ν. Α. Δημητρίου Λαογραφικά της Σάμου 3. Αθήνα 1986 σελ. 76
[47] Αθ. Κομνηνός: Υψηλάντης εκκλησιαστικών και πολιτικών των εις δώδεκα
βιβλίων Η, Θ και Ι ήτοι μετά την Άλωσιν (1453-1789) Κων/πολις 1870 σελ. 105
[48] Εμ. Κρητικίδης Περιβάση εκ τας μονάς και μετόχη της Σάμου σελ. 10
[49] Εμμ. Κρητικίδης Περίβασις εις
τας μονάς και μετόχια της Σάμου.
[50] Κυριάκου Γ. Κοφτερού: Επιθεωρητής πλοίων «Βασίλης Σιακαλλής Ναυπηγός-
ξυλουργός στο Καρλόβασι»
[51] Εμβροσύνη Ριζοπούλου- Ηγουμενίδου Σχέσεις Κύπρου και Μικράς Ασίας σε
Τομείς Λαϊκής Τέχνης σελ. 125.
[52] Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Κύπρου 2) Βαρβούνη: Μαρτυρίες για
μετακινήσεις παραδοσιακών μαστόρων ανάμεσα στην Κύπρο και Σάμο 1993. Λαογραφική
Κύπρος Τ. 43 σελ. 33-36 Παπαδημητρίου Ελένη 1974. Η νεώτερη Αγγειοπλαστική της
Λαπήθου: Χρονικά της Λαπήθου 11-36 σελ. 111 (1974) σελ. 11-16
[53] Κύρρης 1969 αρ.. 284, 9-11, αρ. 258 σελ. 6, 10-14 αρ. 287
[55] Ευφροσύνη Ριζοπούλου –Ηγουμένου: Σχέσεις Κύπρου και Μ. Ασίας σελ. 128
[56] Ευφροσύνη Ριζοπούλου- Ηγουμενίδου: Σχέσεις Κύπρου και Μ. Ασίας σελ.
135 και Βαρβούνης 1993 σελ. 35
[57] Σάββας Κλεάνθους σελ. Ι,2
[58] Σάββα Κλεάνθους Οι τρεις φόνοι .Η πατροκτονία του Ιωάννη Ζαμπούνη από
τον Υιό του Αλέξανδρο από την νήσο Σάμο.
[59] Εμμ. Σταματιάδης: Σαμιακά. Ιστορία της Νήσου Σάμου από των πανάρχαιων
χρόνων μέχρι των καθ’ ημάς. Εν Σάμω 1887 σελ. 324
[61] Πιερίδου Αγγελική 1980 σελ. 127, 94
[62] Πρωτόπαπα 1987 σελ. 18,21
[63] Αγγελίδης 1996, σελ. 99-100
[64] Πιερίδη 1980 σελ. 90 στιχ. 30
[65] Το 475-325 Κύπριοι καλλιτέχνες
εργάζονταν εκτός Κύπρου (Σάμο) και στον
ευρύτερο αιγιακό χώρο όπως άλλωστε και στην Αχαϊκή περίοδο.